Τρίτη 29 Απριλίου 2014

Η εμπλοκή των ιατρών με τη δικαιοσύνη και ο ρόλος της Διαμεσολάβησης

 
 
 
 
 
 
 
 
 

Η Ημερίδα θα πραγματοποιηθεί την 3/5/2014 στην αίθουσα εκδηλώσεων του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, οδός Σεβαστουπόλεως αρ. 113, Αμπελόκηποι.

Μπορείτε να διαβάσετε το πρόγραμμα της Ημερίδας εδώ

 

Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Απαγόρευση εξετάσεως των τέκνων, ως μαρτύρων, στις γαμικές διαφορές.



Κατά την παρ. 2 του άρθρου 601 Κ.Πολ.Δ., στις δίκες των κατ’ άρθρο 592 παρ. 1 διαφορών (γαμικών), δεν επιτρέπεται να εξετασθούν ως μάρτυρες τα γνήσια τέκνα των διαδίκων συζύγων, είτε κοινά (Εφ.Θεσ. 651/1989 Ελ.Δ. 30.1011), είτε προερχόμενα από άλλο γάμο του ενός εξ’ αυτών (Α.Π. 508/1984 Ε.Ε.Ν. 1985.266), τα νομιμοποιημένα, τα θετά, τα αναγνωρισμένα, τα τέκνα της γυναίκας που γεννήθηκαν χωρίς γάμο, περαιτέρω δε, και οι σύζυγοι των τέκνων (Α.Π. 1137/1976 ΝοΒ 25.542), καθώς και οι κατιόντες των τέκνων.

Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η απαγόρευση εξετάσεως των τέκνων αναφέρεται όχι μόνο στα κοινά τέκνα των διαδίκων αλλά και σε εκείνα που προέρχονται από άλλο γάμο ενός των διαδίκων συζύγων και τούτο διότι η απαγόρευση υπαγορεύθηκε από λόγους ηθικής τάξεως με σκοπό την αποφυγή δημιουργίας διενέξεων, ερίδων και αντιδικιών των τέκνων με τον ένα ή και τους δύο γονείς τους διαδίκους (ΑΠ 648/1989 Δίκη 21. 492) και να μη βρίσκονται αυτά στο δίλημμα να ψευδορκήσουν ή να καταθέσουν την αλήθεια σε βάρος ενός από τους γονείς τους, λόγος που ισχύει και στην περίπτωση που καλείται να εξεταστεί ως μάρτυς τέκνο του ενός των διαδίκων από προηγούμενο γάμο ή ο σύζυγος κοινού τέκνου (ΑΠ 296/2004 δημοσ. «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ. 1143/1985 Δίκη 17/1021). Ο αποκλεισμός της εξετάσεως ως μαρτύρων των ως άνω προσώπων γίνεται αυτεπαγγέλτως και δεν προϋποθέτει αίτηση του αντιδίκου, όπως γίνεται με τους εξαιρούμενους μάρτυρες (ΑΠ 1137/1976 ΝοΒ 25. 542, ΕφΑθ 3649/2001 ΕλΔ 2003/821).

Αντίθετα η διάταξη δεν αποκλείει την εξέταση ως μαρτύρων των γονέων (Α.Π. 806/1980 ΝοΒ 29.74) ή άλλων ανιόντων ή αδελφών των διαδίκων, καθώς μάλιστα τα πρόσωπα αυτά είναι συνήθως από τα πράγματα σε θέση να γνωρίζουν καλύτερα από τρίτους, την οικογενειακή ατμόσφαιρα και τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα υπό τη συζυγική στέγη.

Η απαγόρευση εξέτασης ως μαρτύρων των τέκνων των διαδίκων ισχύει μόνο στις γαμικές διαφορές και όχι σε άλλες μεταξύ των συζύγων δίκες, όπως της συμμετοχής στα αποκτήματα, όπου δεν αποκλείεται να εξετασθούν ως μάρτυρες τα τέκνα των συζύγων ή να ληφθούν υπόψη ένορκες βεβαιώσεις τούτων (βλ. και ΑΠ 648/1989, ΑΠ 2134/2007).

 
 
 
Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος

 

Τετάρτη 23 Απριλίου 2014

Ανέκκλητη η απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που αφορά γονική μέριμνα ανήλικου τέκνου που γεννήθηκε και παραμένει χωρίς γάμο των γονέων του, η οποία απόφαση υπόκειται μόνο σε αναίρεση.


 
Επειδή, κατά το άρθρο 1515 παρ. 1 και 2 Α.Κ., η γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου που γεννήθηκε και παραμένει χωρίς γάμο των γονέων του ανήκει στη μητέρα του. Σε περίπτωση αναγνώρισής του, αποκτά γονική μέριμνα και ο πατέρας, που όμως την ασκεί αν έπαυσε η γονική μέριμνα της μητέρας ή αν αυτή αδυνατεί να την ασκήσει για νομικούς ή πραγματικούς λόγους. Με αίτηση του πατέρα το δικαστήριο μπορεί και σε κάθε άλλη περίπτωση να αναθέσει και σ’ αυτόν την άσκηση της γονικής μέριμνας, εφόσον αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 1532 Α.Κ. όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 28 του ν. 2447/1996 και συμπληρώθηκε με το άρθρο 22 του ν. 3346/2005: «Αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σ' αυτό, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας, οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου, ο εισαγγελέας ή και αυτεπαγγέλτως, να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο. Το δικαστήριο μπορεί ιδίως να αφαιρέσει από τον ένα γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας ολικά ή μερικά και να την αναθέσει αποκλειστικά στον άλλο ή, αν συντρέχουν και στο πρόσωπο αυτού οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, να αναθέσει την πραγματική φροντίδα του τέκνου ή, ακόμη, και την επιμέλειά του ολικά ή μερικά σε τρίτον ή και να διορίσει επίτροπο. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου και επίκειται άμεσος κίνδυνος για τη σωματική ή την ψυχική υγεία του τέκνου, ο εισαγγελέας μπορεί να διατάσσει κάθε πρόσφορο μέτρο για την προστασία του, μέχρι την έκδοση της αποφάσεως του δικαστηρίου, στο οποίο πρέπει να απευθύνεται εντός τριάντα ημερών».

Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 47 εδ. α΄ του ν. 2447/1996 : «Στις περιπτώσεις των άρθρων 1515, 1517, 1521, 1522, 1525, 1526, 1532 παρ. 1, 1594 παρ. 2, 1613, 1616, 1622, 1623, 1624, 1625 και 1630 του Αστικού Κώδικα δεν επιτρέπεται το ένδικο μέσο της έφεσης».
Η τελευταία αυτή διάταξη, που καθιστά ανέκκλητη την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που αφορά γονική μέριμνα ανήλικου τέκνου που γεννήθηκε και παραμένει χωρίς γάμο των γονέων του, η οποία απόφαση υπόκειται μόνο σε αναίρεση, δεν αντίκειται στο άρθρο 20 ή σε άλλη διάταξη του Συντάγματος, ούτε στο άρθρο 6 της Σύμβασης της Ρώμης για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες (ν.δ. 53/1974), γιατί οι διατάξεις αυτές διασφαλίζουν τη δυνατότητα προσφυγής σε δικαστήριο όχι όμως και δικαίωμα σε ένδικο μέσο κατά απόφασης που θα εκδοθεί, οι διατάξεις δε των άρθρων 681Β σε συνδυασμό με 681Γ Κ.Πολ.Δ και διασφαλίζουν πλήρως το δικαίωμα απόδειξης των ισχυρισμών των διαδίκων και συνεπώς εκπληρώνονται οι όροι διεξαγωγής δίκαιης δίκης (ΑΠ 1543/2010 δημοσ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 235/2005 δημοσ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1111/2002 δημοσ. ΝΟΜΟΣ, ΕΑ 4251/2009 ΕλΔ 2010, 157, ΕφΠατρ 746/2007 ΑχΝομ 2008, 251). [σκεπτικό της υπ.αρ. 6955/2013 απόφασης του Εφετείου Αθηνών]
Πηγή: www.dsanet.gr
 
Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος
http://www.stefaniasouli.gr/prophil

 

Ανάκληση συναίνεσης των φυσικών γονέων για υιοθεσία ανηλίκου


 
Κατά το άρθρο 1550 εδ α' ΑΚ για να υιοθετηθεί ένα ανήλικος χρειάζεται να συναινέσουν ενώπιον του δικαστηρίου οι γονείς ή ο ένας τους μόνο, αν ο άλλος έχει εκπέσει από τη γονική μέριμνα κατά το άρθρο 1537 ή η συναίνεσή του είναι αδύνατη γιατί έχει τεθεί σε στερητική δικαστική συμπαράσταση, που περιλαμβάνει και τη στέρηση της ικανότητας να συναινεί για την υιοθεσία του παιδιού του. Εξάλλου κατά το άρθρο 1552 περ. ε' εδ α' ΑΚ η συναίνεση των γονέων για υιοθεσία του τέκνου τους αναπληρώνεται με απόφαση του δικαστηρίου αν το τέκνο έχει παραδοθεί με τη συναίνεση των γονέων σε οικογένεια για φροντίδα και ανατροφή με σκοπό την υιοθεσία και έχει ενταχθεί σ' αυτήν επί χρονικό διάστημα ενός τουλάχιστον έτους, οι δε γονείς εκ των υστέρων αρνούνται καταχρηστικά να συναινέσουν. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 5 παρ. 1α της Ευρωπαϊκής Σύμβασης περί της Υιοθεσίας παιδιών, η οποία κυρώθηκε με το Ν 1049/1980, "υπό την επιφύλαξιν των παραγράφων 2 και 4 του παρόντος άρθρου, υιοθεσία δεν χορηγείται ειμή εφόσον δοθώσι και δεν ανακληθώσιν αι κάτωθι συναινέσεις προς υιοθεσίαν: α) η συναίνεσις της μητρός και προκειμένου δε περί νομίμου τέκνου του πατρός, μη υπαρχόντων πατρός και μητρός δια να δώσωσι την συναίνεσίν των, η συναίνεσις οιουδήποτε προσώπου ή συμβουλίου δικαιουμένου αντ' αυτών να ασκή εν προκειμένω την πατρικήν ή μητρικήν εξουσίαν. Κατά την παράγραφο 2 δε του ίδιου άρθρου "η αρμοδία αρχή δεν δικαιούται α) να παραλείψη την λήψιν συναινέσεως ενός εκ των προβλεπομένων εις την ως άνω παράγραφον 1 προσώπων, β) να παρίδη την άρνησιν συναινέσεως εκ μέρους οιουδήποτε των προσώπων ή συμβουλίου, ως προβλέπεται υπό της ρηθείσης παραγράφου 1 εκτός εάν συντρέχωσιν εξαιρετικοί λόγοι, καθοριζόμενοι υπό της υιοθεσίας".

Από τις διατάξεις αυτές, και λαμβανομένου υπόψη ότι οι περιπτώσεις δικαστικής αναπλήρωσης της συναίνεσης των φυσικών γονέων αναγράφονται περιοριστικά στο νόμο, προκειμένου να αποφεύγονται κίνδυνοι παράκαμψης της θέλησης αυτών χωρίς να συντρέχουν ιδιαίτερα σοβαροί λόγοι, προκύπτει ότι οι φυσικοί γονείς που έχουν οι ίδιοι παραδώσει το τέκνο τους σε άλλους για φροντίδα και με σκοπό την υιοθεσία, διατηρούν το δικαίωμά τους να συναινέσουν ή να μη συναινέσουν ειδικά για τη νομική πράξη της υιοθεσίας στο δικαστήριο, και η τυχόν άρνησή τους εξετάζεται αν είναι καταχρηστική, η αλλαγή δε της γνώμης τους που στηρίζεται στη μεταβολή κάποιων συνθηκών θα πρέπει να γίνει σεβαστή και να μη χαρακτηριστεί καταχρηστική η άρνησή τους να συναινέσουν για μόνο το λόγο ότι οι ίδιοι είχαν προηγουμένως δεχθεί την ιδέα της υιοθεσίας. Η καταχρηστικότητα θα κριθεί με βάση το σύνολο των ειδικών συνθηκών κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης, με γνώμονα το συμφέρον του τέκνου, αλλά και με συνεκτίμηση του συμφέροντος των φυσικών γονέων. Έτσι δεν μπορεί να θεωρηθεί καταχρηστική η άρνηση, αν δεν συνδυάζεται με παράβαση των γονεϊκών καθηκόντων, αν υπάρχει μεταμέλεια των γονέων και αλλαγή του τρόπου ζωής, αν η άρνηση δεν υποκρύπτει οικονομικούς εκβιασμούς σε βάρος των υποψηφίων θετών γονέων, συνυπολογιζομένης πάντοτε της ένταξης του ανηλίκου στην υποψήφια θετή οικογένεια. (σκεπτικό της υπ.αρ. 1683/2009 απόφασης του Αρείου Πάγου)

Πηγή: www.dsanet.gr

 

Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος
http://www.stefaniasouli.gr/prophil

Τρίτη 22 Απριλίου 2014

Εξ αδιαθέτου κληρονομικό δικαίωμα επί υιοθεσιών που έχουν τελεσθεί πριν από το ν. 2447/1996


 
Με τη διάταξη του άρθρου 1 του ν. 2447 της 20/30-12-1996 "Κύρωση ως Κώδικα του σχεδίου νόμου "υιοθεσία, επιτροπεία και αναδοχή ανηλίκου, δικαστική συμπαράσταση, δικαστική επιμέλεια ξένων υποθέσεων και συναφείς ουσιαστικές, δικονομικές και μεταβατικές διατάξεις", "το δέκατο τρίτο κεφάλαιο του Τέταρτου Βιβλίου του Αστικού Κώδικα που αναφέρεται στην υιοθεσία (άρθρα 1568 έως 1588) καταργείται στο σύνολό του. Στη θέση των ήδη καταργημένων με το άρθρο 17 του ν. 1329/1983 άρθρων 1542 έως 1567 του Αστικού Κώδικα και των καταργούμενων με την προηγούμενη παράγραφο διατάξεων τίθεται νέο κεφάλαιο δέκατο τρίτο με το ακόλουθο περιεχόμενο: "KEΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ, ΥΙΟΘΕΣΙΑ, άρθρο 1542... 1588". Έτσι, μετά την έναρξη ισχύος του αμέσως πιο πάνω νόμου (30-12-1996), καταργήθηκε η διάταξη του μέχρι τότε ισχύοντος άρθρου 1583 ΑΚ, σύμφωνα με την οποία "τα εκ της συγγενείας δικαιώματα και υποχρεώσεις μεταξύ του θετού τέκνου και της φυσικής του οικογένειας, ενόσω στο νόμο δεν οριζόταν αλλιώς, παρέμεναν αμετάβλητα". Τούτο βεβαίως ήταν σύμφωνο με τις λοιπές περί υιοθεσίας διατάξεις, οι οποίες δεν προέβλεπαν, όπως υπό το ισχύον νομικό καθεστώς, τη διακοπή του συγγενικού δεσμού του υιοθετουμένου με τη φυσική οικογένεια. Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1561 εδ. α' ΑΚ, όπως αυτή τέθηκε και ισχύει με το ν. 2447/1996 (30-12-1996) ορίζεται ότι "Με την υιοθεσία διακόπτεται κάθε δεσμός του ανηλίκου με τη φυσική του οικογένεια... και ο ανήλικος εντάσσεται πλήρως στην οικογένεια του θετού γονέα του".

Με το παραπάνω άρθρο, όπως και στην Εισηγητική Έκθεση του κυρωθέντος σχεδίου νόμου αναφέρεται, εισήχθη ριζοσπαστική αλλαγή στο ζήτημα των εννόμων αποτελεσμάτων της υιοθεσίας με την πλήρη διακοπή κάθε δεσμού του ανηλίκου με τη φυσική του οικογένεια και την πλήρη ένταξη του στην οικογένεια των θετών γονέων. Εφόσον, συνεπώς, μετά την υιοθεσία δεν υφίσταται οικογενειακός δεσμός του υιοθετουμένου με τη φυσική του οικογένεια, αυτός στερείται των εκ της συγγενείας απορρεόντων δικαιωμάτων, συνεπώς και των κληρονομικών. Περαιτέρω, στο διαχρονικού δικαίου άρθρο 57 του Κώδικα, που κυρώθηκε με το ν. 2447/1996 ορίζεται, στην παρ.1 "Με εξαίρεση τις ρυθμίσεις που ακολουθούν, υιοθεσίες που έγιναν πριν από την έναρξη της ισχύος αυτού του νόμου διέπονται ως προς το κύρος τους και τα έννομα αποτελέσματα από το έως τώρα δίκαιο. Οι διατάξεις όμως των άρθρων 1569 έως 1577 του Αστικού Κώδικα εφαρμόζονται και στις υιοθεσίες που τελέσθηκαν υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς" και στην παρ.3 "Στις περιπτώσεις υιοθεσιών ανηλίκων που έγιναν πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος, ο θετός γονέας έχει το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο, με αίτησή του που δικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, την πλήρη ένταξη του τέκνου στην οικογένειά του, σύμφωνα με τα άρθρα 1561 έως 1566 του Αστικού Κώδικα. Για την αλλαγή αυτή πρέπει να συναινεί και το τέκνο που συμπλήρωσε το δωδέκατο έτος της ηλικίας του και σε κάθε περίπτωση πρέπει, ανάλογα με την ωριμότητα του, να ακούεται η γνώμη του. Για τη συναίνεση ή την ακρόαση του θετού τέκνου τηρείται η διαδικασία της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 800 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας". Με την παραπομπή της τελευταίας διάταξης στα άρθρα 1561 έως 1566 ΑΚ καθίσταται σαφές, ότι η ως άνω πλήρης ένταξη συνεπάγεται αναγκαία και την αποκοπή των δεσμών του θετού τέκνου με τη φυσική του οικογένεια. Πρόθεση, επομένως, του νομοθέτη είναι να παράσχει ένα χωρίς προθεσμία ένδικο βοήθημα με το οποίο θα επιδιώκεται η μετάπλαση της ατελούς υιοθεσίας ανηλίκου του προϊσχύσαντος δικαίου σε πλήρη του νέου. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται, ότι οι υιοθεσίες που αφορούν ανήλικο και έγιναν υπό το κράτος του προϊσχύσαντος του Ν.2447/1996 δικαίου διέπονται ως προς τα αποτελέσματά τους από το δίκαιο τούτο, εφόσον ο θετός γονέας δεν έχει ζητήσει, κατά την παρ.3 του ως άνω άρθρου 57 του Κώδικα, την πλήρη ένταξη του θετού τέκνου στην οικογένειά του.

Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή, το θετό τέκνο, σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 1583 ΑΚ, (όπως ίσχυε πριν αντικατασταθεί από το Ν. 2447/96), έχει κληρονομικό δικαίωμα έναντι των φυσικών γονέων του, έστω και αν το δικαίωμα αυτό γεννήθηκε μετά την 30-12-1996, οπότε άρχισε η εφαρμογή του ν.2447/1996. ( σκεπτικό της υπ.αρ. 451/2011 απόφασης του Αρείου Πάγου)

Πηγή: www.dsanet.gr



Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος
http://www.stefaniasouli.gr/prophil

 

 

 

Συμφωνία παραίτησης από την αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα στο συναινετικό διαζύγιο


Σύμφωνα με την υπ.αρ 1863/2009 απόφαση του Αρείου Πάγου, η κατά το άρθρο 1400 ΑΚ αξίωση του συζύγου για συμμετοχή στα αποκτήματα του άλλου είναι ενοχική και προσωποπαγής, γεννάται δε από τη στιγμή που θα λυθεί ή θα ακυρωθεί αμετακλήτως ο γάμος ή που θα συμπληρωθεί τριετία στη διάσταση των συζύγων.
Εξάλλου, όπως προκύπτει από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 3, 174, 150, 881, 1400 ΑΚ, ναι μεν η διάταξη του άρθρου 1400 ΑΚ έχει τον χαρακτήρα κανόνα αναγκαστικού δικαίου, με συνέπεια να μη χωρεί παραίτηση εκ των προτέρων, δεν αποκλείεται όμως από τη διάταξη αυτή, όπως το ζήτημα των αποκτημάτων γίνει αντικείμενο των διαπραγματεύσεων των συζύγων για να καταλήξουν στην κατά το άρθρο 1441 ΑΚ συμφωνία συναινετικού διαζυγίου, με τον όρο ότι η συμφωνία τους και για τα αποκτήματα τελεί υπό την αίρεση της, εκ του λόγου αυτού διαζυγίου, λύσεως του γάμου.

Περαιτέρω, εφόσον μόνη η κοινή συναίνεση σε διαζύγιο συνιστά αυτοτελή και δεσμευτικό για το δικαστή λόγο διαζυγίου, έπεται ότι και η υπό αίρεση ρύθμιση στο στάδιο αυτό της ενοχικής αξιώσεως για τα αποκτήματα, ακόμη και δια παραιτήσεως, είναι ισχυρή, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συντρέχουν οι γενικοί όροι ακυρότητας της δηλώσεως βουλήσεως, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις όπως η διάταξη του άρθρου 150 ΑΚ (ακυρωσία λόγω απειλής).   

Πηγή: www.dsanet.gr


Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος - Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια
https://stefaniasouli.gr/

Διακοπή έγγαμης συμβίωσης και διατροφή συζύγου


Σύμφωνα με το νόμο οι σύζυγοι έχουν υποχρέωση να συνεισφέρουν από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας.

Στην υποχρέωση αυτή, το μέτρο της οποίας προσδιορίζεται ανάλογα με τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής, περιλαμβάνονται ειδικότερα η αμοιβαία υποχρέωση των συζύγων για διατροφή τους, η κοινή υποχρέωση αυτών για διατροφή των τέκνων τους και γενικά η υποχρέωση για συμβολή στη λειτουργία του κοινού οίκου. Η συνεισφορά αυτή των συζύγων γίνεται με την προσωπική τους εργασία, τα εισοδήματα και την περιουσία τους. Όταν διακοπεί η έγγαμη συμβίωση, οπότε δεν υπάρχει κοινός οίκος και οικογενειακές ανάγκες παύει μεν η υποχρέωση συνεισφοράς διότι δεν είναι νοητή, αλλά ο σύζυγος που διέκοψε την έγγαμη συμβίωση από εύλογη αιτία ή εγκαταλείφθηκε από τον άλλον, δικαιούται να απαιτήσει από τον άλλο σύζυγο διατροφή σε χρήμα, προκαταβαλλόμενη κάθε μήνα, με τις ίδιες προϋποθέσεις που δικαιούνται κατά τη διάρκεια της συμβίωσης, με τη διαφορά ότι ενώ όταν υπάρχει συμβίωση οι υποχρεώσεις συνεισφοράς δεν συμψηφίζονται αλλά εκπληρώνονται αθροιστικά, όταν διακοπεί η συμβίωση χωρεί ένα είδος συμψηφισμού των αμοιβαίων υποχρεώσεων, με την έννοια ότι δικαιούχος τελικά είναι μόνο ο σύζυγος, ο οποίος υπό τους όρους της έγγαμης συμβίωσης οφείλει τη μικρότερη συνεισφορά και στον οποίο, εφόσον διέκοψε την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία ή εγκαταλείφθηκε από τον άλλο σύζυγο, οφείλεται ως διατροφή (σε χρήμα) η διαφορά μεταξύ της μεγαλύτερης συνεισφοράς του άλλου και της δικής του μικρότερης συνεισφοράς (βλ. Ματθία, Η συμβολή των συζύγων στις οικογενειακές ανάγκες και η αξίωση διατροφής ΝοΒ 31 σελ. 1484, ΑΠ 613/1999 ΕλλΔνη 41.71, ΑΠ 804/1992 ΕλλΔνη 35.108, ΑΠ 1714/1984 ΕλλΔνη 26.431).

Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 1391 παρ. 2  του Αστικού Κώδικα,  η θεσπιζόμενη υποχρέωση του συζύγου για διατροφή εκείνου που διέκοψε την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία, παύει ή το ποσό της αυξομειώνεται όταν το επιβάλλουν οι περιστάσεις. Από τη διάταξη αυτή, που υπαγορεύτηκε από τις αρχές της επιείκειας, προκύπτει ότι για την εφαρμογή της λαμβάνεται υπόψη η οικονομική κατάσταση και των δύο συζύγων σε συνδυασμό με τις εν γένει ανάγκες τους, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης. Συνεπώς δεν αποτελούν περιστάσεις κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης, που συνεπάγεται την παύση ή μείωση της διατροφής, τα εισοδήματα του δικαιούχου και επομένως η ικανότητα αυτού να διατρέφει τον ίδιο, εφόσον ο υπόχρεος είχε από την περιουσία του ή εργασία του υπεραρκούντα για τη διατροφή του δικαιούχου εισοδήματα (ΑΠ 428/1986 ΕλλΔνη 28.445).
Πηγή: www.dsanet.gr
 
 
 
Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος
http://www.stefaniasouli.gr/prophil

Σάββατο 5 Απριλίου 2014

Δικηγόροι Οικογενειακού Δικαίου




Με αφορμή πρόσφατο ερώτημα γυναίκας για το πώς μπορεί να αποκαταστήσει την ανύπαρκτη επικοινωνία της με τον εν διαστάσει σύζυγό της, που, πέρα από τα απολύτως απαραίτητα, αρνείται κάθε συζήτηση μαζί της και που την πιέζει να υπογράψει τα έγγραφα διαζυγίου που έχει συντάξει ο δικηγόρος του, καθόσον και οι τελευταίες της προσπάθειες να τον πείσει να επισκεφτούν οικογενειακό σύμβουλο για να αποκατασταθεί η επικοινωνία τους και να αποφασίσουν για το καλό του παιδιού τους απέβησαν άκαρπες, θέλω να επισημειώσω τα κάτωθι:

Όταν η διάσταση είναι πρόσφατη, συχνά υπάρχει ένταση, καχυποψία, έλλειψη εμπιστοσύνης, με αποτέλεσμα η επικοινωνία ανάμεσα στο πρώην ζευγάρι να καθίσταται δυσχερής έως αδύνατη.  Όταν δεν υπάρχει επικοινωνία ανάμεσα στους συζύγους και ο ένας από αυτούς πιέζει για διαζύγιο και πιέζει για υπογραφή διαζυγίου στο δικό του δικηγόρο, τότε τα πράγματα γίνονται αρκετά δύσκολα.

Σε αυτήν την περίπτωση ο άλλος σύζυγος θα πρέπει να απευθυνθεί σε δικό του δικηγόρο και να ενημερωθεί για τα δικαιώματά του και πώς μπορεί να τα ασκήσει. Επίσης θα πρέπει άμεσα να ενημερώσει το σύζυγό του για αυτό, δηλαδή ότι έχει το δικό του δικηγόρο, καθώς αυτό το γεγονός θα επιφέρει μία κάποια ισορροπία στις σχέσεις, μειώνοντας την αίσθηση ισχύος και αδικίας που ένιωθε η κάθε πλευρά (για τους δικούς της λόγους).

Από τούδε και στο εξής είναι έργο των δικηγόρων να συνεργαστούν μεταξύ τους και ο καθένας με τον πελάτη του και να βοηθήσουν να βελτιωθεί η επικοινωνία των συζύγων.
Όσοι ειδικευόμαστε στο Οικογενειακό Δίκαιο, γνωρίζουμε πόσο σημαντικό είναι να αμβλύνουμε τις εντάσεις, να προάγουμε το διάλογο και να χτίζουμε γέφυρα επικοινωνίας ανάμεσα στους συζύγους και στους γονείς.




Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος
http://www.stefaniasouli.gr/prophil

 

Νομικό πλαίσιο στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή


 
Παρατίθενται τα άρθρα του Αστικού Κώδικα 1455, 1456, 1457, 1458, 1459, 1460, Οικογενειακό Δίκαιο, Κεφάλαιο Όγδοο, Ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή.    

 

                                                    Άρθρο 1455  

Η ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή (τεχνητή γονιμοποίηση) επιτρέπεται μόνο για να αντιμετωπίζεται η αδυναμία απόκτησης τέκνων με φυσικό τρόπο ή για να αποφεύγεται η μετάδοση στο τέκνο σοβαρής ασθένειας. Η υποβοήθηση αυτή επιτρέπεται μέχρι την ηλικία φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής του υποβοηθούμενου προσώπου. Η ανθρώπινη αναπαραγωγή με τη μέθοδο της κλωνοποίησης απαγορεύεται.                                                    

Επιλογή του φύλου του τέκνου δεν είναι επιτρεπτή, εκτός αν πρόκειται να αποφευχθεί σοβαρή κληρονομική νόσος που συνδέεται με το φύλο.

 

                                                    Άρθρο 1456

Κάθε ιατρική πράξη που αποβλέπει στην υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαραγωγής, σύμφωνα με τους όρους του προηγούμενου άρθρου, διενεργείται με την έγγραφη συναίνεση των προσώπων που επιθυμούν να αποκτήσουν τέκνο. Αν η υποβοήθηση αφορά άγαμη γυναίκα, η συναίνεση αυτής και, εφόσον συντρέχει περίπτωση ελεύθερης ένωσης, του άνδρα με τον οποίο συζεί παρέχεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο.

Η συναίνεση ανακαλείται με τον ίδιο τύπο μέχρι τη μεταφορά των γαμετών ή των γονιμοποιημένων ωαρίων στο γυναικείο σώμα. Με την επιφύλαξη του άρθρου 1457, η συναίνεση θεωρείται  ότι ανακλήθηκε, αν ένα από τα πρόσωπα που είχαν συναινέσει πέθανε πριν από τη μεταφορά.

 

                                                   Άρθρο 1457

Η τεχνητή γονιμοποίηση μετά το θάνατο του συζύγου ή του άνδρα με τον οποίο η γυναίκα συζούσε σε ελεύθερη ένωση επιτρέπεται με δικαστική άδεια μόνο εφόσον συντρέχουν σωρευτικώς οι εξής προϋποθέσεις:
α) Ο σύζυγος ή ο μόνιμος σύντροφος της γυναίκας να έπασχε από ασθένεια που συνδέεται με πιθανό κίνδυνο στειρότητας ή να υπήρχε κίνδυνος θανάτου του.

β)  Ο σύζυγος ή ο μόνιμος σύντροφος της γυναίκας να είχε συναινέσει με συμβολαιογραφικό έγγραφο και στη μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση.

Η τεχνητή γονιμοποίηση διενεργείται μετά την πάροδο έξι μηνών και πριν από τη συμπλήρωση διετίας από το θάνατο του άνδρα.

 

                                                      Άρθρο 1458

Η μεταφορά στο σώμα άλλης γυναίκας  γονιμοποιημένων ωαρίων, ξένων προς την ιδίαν, και η κυοφορία από αυτήν επιτρέπεται με δικαστική άδεια που παρέχεται πριν από τη μεταφορά, εφόσον υπάρχει έγγραφη και χωρίς αντάλλαγμα συμφωνία των προσώπων που επιδιώκουν να αποκτήσουν τέκνο και της γυναίκας που θα κυοφορήσει, καθώς και του συζύγου της, αν αυτή είναι έγγαμη. Η δικαστική άδεια παρέχεται ύστερα από αίτηση της γυναίκας που επιθυμεί να αποκτήσει τέκνο, εφόσον αποδεικνύεται ότι αυτή είναι ιατρικώς αδύνατο να κυοφορήσει και ότι η γυναίκα που προσφέρεται να κυοφορήσει είναι, εν όψει της κατάστασης της υγείας της, κατάλληλη για κυοφορία.

 

                                                     Άρθρο 1459    

Τα πρόσωπα που προσφεύγουν σε τεχνητή γονιμοποίηση αποφασίζουν με κοινή έγγραφη δήλωσή τους προς τον ιατρό ή τον υπεύθυνο του ιατρικού κέντρου, που γίνεται πριν από την έναρξη της σχετικής διαδικασίας, ότι οι κρυοσυντηρημένοι γαμέτες  και τα κρυοσυντηρημένα γονιμοποιημένα ωάρια που δεν θα τους χρειασθούν για να τεκνοποιήσουν  :

α) θα διατεθούν χωρίς αντάλλαγμα, κατά προτεραιότητα σε άλλα πρόσωπα, που θα επιλέξει ο ιατρός ή το ιατρικό κέντρο

β) θα χρησιμοποιηθούν χωρίς αντάλλαγμα για ερευνητικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς ,

γ) Θα καταστραφούν.

Αν δεν υπάρχει κοινή δήλωση των ενδιαφερομένων προσώπων, οι γαμέτες και τα γονιμοποιημένα ωάρια διατηρούνται για χρονικό διάστημα πέντε ετών από τη λήψη ή τη δημιουργία τους και μετά την πάροδο του χρόνου αυτού είτε χρησιμοποιούνται για ερευνητικούς σκοπούς είτε καταστρέφονται.

Τα μη κρυοσυντηρημένα γονιμοποιημένα ωάρια καταστρέφονται μετά τη συμπλήρωση δεκατεσσάρων ημερών από τη γονιμοποίηση. Ο τυχόν ενδιάμεσος χρόνος κρυοσυντήρησής τους δεν υπολογίζεται.

 

                                                      Άρθρο 1460

Η ταυτότητα των τρίτων προσώπων  που έχουν προσφέρει τους γαμέτες ή τα γονιμοποιημένα ωάρια δεν γνωστοποιείται στα πρόσωπα που επιθυμούν να αποκτήσουν τέκνο. Ιατρικές πληροφορίες που αφορούν τον τρίτο δότη τηρούνται σε απόρρητο αρχείο χωρίς ένδειξη της ταυτότητάς του. Πρόσβαση στο αρχείο αυτό επιτρέπεται μόνο στο τέκνο και για λόγους σχετικούς με την υγεία του.

Η ταυτότητα του τέκνου, καθώς και των γονέων του δεν γνωστοποιείται στους τρίτους δότες γαμετών ή γονιμοποιημένων ωαρίων.    



Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος
http://www.stefaniasouli.gr/prophil

 

Παροχή δικαστικής άδειας για παρένθετη μητρότητα μόνο σε γυναίκα


Από τη διάταξη του άρθρου  1458 ΑΚ, με το οποίο αναγνωρίζεται το καταρχήν επιτρεπτό και ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις της παρένθετης μητρότητας σε συνδυασμό με το άρθρο 1456 παρ. 1 ΑΚ που ορίζει ότι τα έγγαμα ζευγάρια συναινούν στην τεχνική γονιμοποίηση με απλό έγγραφο και τα άγαμα που ζουν σε ελεύθερη ένωση, καθώς και οι άγαμες μοναχικές γυναίκες, συναινούν με συμβολαιογραφικό έγγραφο, προκύπτει ότι ο νομοθέτης γενικά δεν επιτρέπει την προσφυγή στην τεχνική γονιμοποίηση του άγαμου και μοναχικού άνδρα.

Παρατίθεται παρακάτω απόσπασμα της υπ.αρ. 3357/2010 απόφασης του Εφετείου Αθηνών με την οποία έγινε δεκτή έφεση του εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών και εξαφανίστηκε  η υπ.αρ. 2827/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που παρείχε στον αιτούντα-άγαμο μοναχικό άνδρα την άδεια να προβεί στη μεταφορά στο σώμα παρένθετης μητέρας γονιμοποιημένων ωαρίων, ξένων προς την ίδια, προκειμένου να κυοφορήσει τέκνο αυτού.

»… Το δικαίωμα στην αναπαραγωγή είναι ένα δικαίωμα συνταγματικά κατοχυρωμένο και, κατά την ορθότερη άποψη, αποτελεί μια ειδικότερη έκφανση του δικαιώματος της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας [Θ. Παπαχρίστου, Εγχειρ. Οικογενειακού Δικαίου (2005), 215, στον Α.Κ. Γεωργιάδη/Σταθόπουλου VIII2 (2007), Εισαγ. Παρατ. στα άρθρα 1455 - 1460, αρ. 21], που προστατεύεται στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος. Βέβαια, η σχετική συνταγματική προστασία είναι σχετική, αφού το Σύνταγμα ορίζει ότι «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του ...., εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα και τα χρηστά ήθη». Τίθενται, λοιπόν, περιορισμοί στο δικαίωμα της απόκτησης απογόνων, και τέτοιοι είναι και οι περιορισμοί που περιλαμβάνονται στα άρθρα 1455 Α.Κ. και 2 παρ. 3 εδ. 2 και 4 παρ. 1 του ν. 3305/2005. Ο πρώτος από αυτούς τους περιορισμούς είναι η ιατρική αναγκαιότητα που προβλέπεται κατά πρώτο λόγο στο άρθρο 1455 παρ. 1 Α.Κ. που ορίζει ότι η τεχνική γονιμοποίηση επιτρέπεται μόνο για να αντιμετωπίζεται η αδυναμία απόκτησης παιδιών με φυσικό τρόπο, δηλαδή η στειρότητα ή για να αποφεύγεται η μετάδοση στο παιδί σοβαρής ασθένειας. Η υποβοήθηση της ιατρικής αναγκαιότητας επιβλήθηκε από το νομοθέτη για να κάμψει τις αντιρρήσεις όσων τυχόν θα θεωρούσαν τη μη ιατρικά αναγκαία τεχνητή γονιμοποίηση ως αντίθετη με τα «χρηστά ήθη». Σε κάθε περίπτωση πάντως είναι σαφές ότι κατά το άρθρο 1455 παρ. 1 εδ. 1 η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή δεν είναι επιτρεπτή όταν γίνεται για άλλους λόγους πέρα από την ιατρική αναγκαιότητα. Στο ως άνω άρθρο υπάρχει ένας άλλος περιορισμός του δικαιώματος απόκτησης απογόνων, που αφορά την ηλικία των ενδιαφερομένων να τεκνοποιήσουν και που φαίνεται να αποσκοπεί στην προστασία των «δικαιωμάτων των άλλων», και εδώ του παιδιού που θα γεννηθεί. Συγκεκριμένα ορίζεται ότι η τεχνική γονιμοποίηση επιτρέπεται μόνο μέχρι την ηλικία της φυσικής ικανότητας αναπαραγωγής του υποβοηθούμενου προσώπου. Κατά το άρθρο 1458 Α.Κ. η παρένθετη μητρότητα, δηλαδή η μεταφορά γονιμοποιημένων ωαρίων στο σώμα άλλης γυναίκας, ξένων προς την ίδια, και η κυοφορία από αυτή επιτρέπεται με δικαστική άδεια, που παρέχεται πριν από τη μεταφορά, εφόσον υπάρχει έγγραφη και χωρίς αντάλλαγμα συμφωνία των προσώπων που επιδιώκουν να αποκτήσουν τέκνο και της γυναίκας που θα κυοφορήσει, καθώς και του συζύγου της, αν είναι έγγαμη. Η δικαστική άδεια παρέχεται ύστερα από αίτηση της γυναίκας που επιθυμεί να αποκτήσει τέκνο, εφόσον αποδεικνύεται ότι αυτή είναι ιατρικώς αδύνατο να κυοφορήσει και ότι η γυναίκα που προσφέρεται να κυοφορήσει είναι, εν όψει της κατάστασης της υγείας της, κατάλληλη για κυοφορία. Στην ως άνω διάταξη επαναλαμβάνεται ο όρος της ιατρικής αναγκαιότητας που απαιτείται και κατά το γενικό άρθρο 1455 παρ. 1 εδ. 1 Α.Κ. Κατά το άρθρο 1456 παρ. 1 Α.Κ. (σύμφωνα με το άρθρο πρώτο Ν. 3089/2002) κάθε ιατρική πράξη που αποβλέπει στην υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαραγωγής, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 1455 Α.Κ., διενεργείται με την έγγραφη συναίνεση των προσώπων που επιθυμούν να αποκτήσουν τέκνο. Αν η υποβοήθηση αφορά άγαμη γυναίκα, η συναίνεση αυτής και, εφόσον συντρέχει περίπτωση ελεύθερης ένωσης, του άνδρα με τον οποίο συζεί παρέχεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Περαιτέρω στο νέο δίκαιο της συγγένειας, μετά το ν. 3089/2002, η συγγένεια με τη μητέρα ιδρύεται με βάση δύο κριτήρια: το ένα είναι ο τοκετός, σύμφωνα με τον κανόνα του άρθρου 1463 εδ. 1 Α.Κ. και το δεύτερο είναι το βουλητικό ή κοινωνικοσυναισθηματικό στοιχείο, σύμφωνα με το τεκμήριο του άρθρου 1464 παρ. 1 Α.Κ., κατά το οποίο, στην περίπτωση της παρένθετης μητρότητας, η γυναίκα που επιθυμεί να τεκνοποιήσει και πήρε από το δικαστήριο την άδεια να χρησιμοποιήσει μία «δανεική μήτρα», τεκμαίρεται μητέρα του παιδιού. Το αποτέλεσμα αυτό αποτελεί έκφραση της αρχής της «κοινωνικοσυναισθηματικής συγγένειας» και, συνακόλουθα, και της αρχής της προστασίας του συμφέροντος του παιδιού. Προκειμένου μάλιστα για τη σύνταξη της ληξιαρχικής πράξης γέννησης, στο άρθρο 7 του ν. 3089/2002 (το οποίο προστέθηκε στο άρθρο 20 παρ. 1 εδ. 2 του ν. 344/1976) ορίζεται ότι θα πρέπει να προσκομίζεται στο ληξιαρχείο και η δικαστική άδεια που δόθηκε στην τεκμαιρόμενη μητέρα, ώστε να εγγράφεται αυτή ως η μητέρα του παιδιού. (Για τα ανωτέρω βλ. σχ. Ε. Κουνουδέρη - Μανωλεδάκη, Οικογενειακό Δίκαιο τεύχος ΙΙα, τέταρτη έκδοση, Κεφάλαιο Α' Ανθρώπινη αναπαραγωγή και συγγένεια, II. Η ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή σελ. 3 έως 5, 44, 45, 87, 90).

Με την ένδικη αίτηση, ο αιτών, άγαμος, επικαλούμενος την αδυναμία του να αποκτήσει τέκνο με φυσικό τρόπο, ζητεί να του χορηγηθεί από το Δικαστήριο η άδεια να προβεί στη μεταφορά στο σώμα της Ε.Χ. συζ. Σ.Σ. γονιμοποιημένων ωραρίων, ξένων προς την ίδια, προκειμένου να κυοφορήσει το τέκνο που αυτός επιθυμεί, κατόπιν σχετικής συμφωνίας μεταξύ τους χωρίς αντάλλαγμα. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχτηκε την ως άνω αίτηση. Κατά της αποφάσεως παραπονείται ήδη ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Αθηνών με την κρινόμενη έφεσή του για τους εκτιθέμενους σε αυτή λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου και ζητεί την εξαφάνιση αυτής, με σκοπό να απορριφθεί ως προς το άνω αίτημά της η ένδικη αίτηση.

Σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη νομική σκέψη και ιδίως από τη διάταξη του άρθρου 1458 Α.Κ. με το οποίο αναγνωρίζεται το καταρχήν επιτρεπτό και ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις της παρένθετης μητρότητας σε συνδυασμό με το γενικότερο άρθρο 1456 παρ. 1 Α.Κ. που ορίζει ότι τα έγγαμα ζευγάρια συναινούν στην τεχνική γονιμοποίηση με απλό έγγραφο και τα άγαμα που ζουν σε ελεύθερη ένωση, καθώς και οι άγαμες μοναχικές γυναίκες, συναινούν με συμβολαιογραφικό έγγραφο, προκύπτει ότι ο νομοθέτης γενικά δεν επιτρέπει την προσφυγή στην τεχνική γονιμοποίηση του άγαμου και μοναχικού άνδρα. Τη διαφορά στη νομοθετική ρύθμιση ως προς τα δύο φύλα τη δημιουργεί η διαφορετική φύση τους (Παπαχρίστου, Η τεχνητή αναπαραγωγή στον αστικό κώδικα, 2003, 55 επ., ο ίδιος στον Α.Κ. Γεωργιάδη/Σταθόπουλου, Εισαγ. παρατ. στα άρθρα 1455 - 1460, αρ. 18, Βιδάλης, Το πρόσταγμα της οικογένειας: Η συνταγματικότητα του νόμου για την «ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή», Νομικό Βήμα 2003, 839-840). Μόνο η γυναίκα κυοφορεί και γεννά και άρα αυτή μόνο μπορεί να έχει σχετική ιατρική αδυναμία, ώστε να επιτρέπεται να προσφεύγει στην παρένθετη μητέρα. Αυτός είναι, άλλωστε, και ο λόγος που ο νόμος δεν προβλέπει γενικά τη δυνατότητα της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής για τους άγαμους και μοναχικούς άνδρες με τους οποίους το τέκνο που θα γεννηθεί δεν θα συνδέεται βιολογικά μαζί τους. Το ότι δηλαδή για να αποκτήσουν αυτοί παιδί, θα χρειαζόταν ακριβώς η προσφυγή στην παρένθετη μητρότητα που όμως σημαίνει κάλυψη μιας ιατρικής αδυναμίας που δεν είναι δική τους (βλ. σχ. στο Ιατρικό Δίκαιο Βιοηθική τεύχος 9ο). Σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, αφού σαφώς προκύπτει ότι η προαναφερόμενη δικαστική άδεια παρέχεται μόνο σε γυναίκα και όχι σε άνδρα, η ένδικη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη. Το Πρωτοβάθμιο, επομένως, δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε αντιθέτως και παρείχε την άδεια στον αιτούντα - εφεσίβλητο Χ.Μ. να προβεί στη μεταφορά στο σώμα της Ε.Χ. συζ. Σ.Σ., γονιμοποιημένων ωαρίων, ξένων προς την ίδια, προκειμένου να κυοφορήσει τέκνο αυτού, ενώ δεν υπάρχει βιολογικός σύνδεσμος, έσφαλε περί την ερμηνεία του νόμου κατά τους βάσιμους λόγους της κρινομένης εφέσεως του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών και πρέπει να γίνει δεκτή αυτή ως βάσιμη και να εξαφανιστεί μετά ταύτα η εκκαλουμένη απόφαση. Ακολούθως, αφού διακρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό και δικάσει αυτό επί της αιτήσεως, πρέπει να απορριφθεί αυτή ως μη νόμιμη.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατʼ ουσίαν την έφεση του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπʼ αριθμ. 2827/2008 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της αιτήσεως.

Απορρίπτει αυτή….    

Πηγή: www.dsanet.gr
 
 
Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος
http://www.stefaniasouli.gr/prophil
 
 

 

Παροχή δικαστικής άδειας για εφαρμογή μεθόδου ιατρικής υποβοήθησης στην ανθρώπινη αναπαραγωγή


Απόσπασμα της υπ.αρ. 4335/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης

 

»… Από το συνδυασμό των άρθρων 2 παρ. 1 περ. β', 3 αρ. 8 και 9, 4, 13 του ν. 3305/2005 και 1458 ΑΚ συνάγεται ότι παρένθετη μητρότητα καλείται η μέθοδος τεχνητής αναπαραγωγής, κατ' εφαρμογή της οποίας μια γυναίκα κυοφορεί και γεννά (φέρουσα ή κυοφόρος), ύστερα από εξωσωματική γονιμοποίηση και μεταφορά γονιμοποιημένων ωαρίων με χρήση ωαρίων ξένων προς την ίδια, για λογαριασμό μιας άλλης γυναίκας, η οποία επιθυμεί να αποκτήσει παιδί, αλλά αδυνατεί να κυοφορήσει για ιατρικούς λόγους. Η μεταφορά των ξένων, γονιμοποιημένων ωαρίων στο σώμα της κυοφόρου επιτρέπεται με δικαστική άδεια, η οποία παρέχεται πριν από τη μεταφορά τους μετά από έλεγχο των κατωτέρω προϋποθέσεων. Κατ' αρχήν, η αιτούσα, η οποία επιθυμεί, αλλά για ιατρικούς λόγους αδυνατεί να κυοφορήσει, δεν πρέπει να έχει υπερβεί το πεντηκοστό έτος της ηλικίας της. Επιπλέον, πρέπει να διενεργηθεί υποχρεωτικά ιατρική εξέταση για τους ιούς της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV, HIV2), ηπατίτιδα Β και C και σύφιλης (RPR) τόσο στη γυναίκα, που πρόκειται να κυοφορήσει, όσο και σε αυτούς, που επιθυμούν να αποκτήσουν τέκνο. Επίσης, η γυναίκα, που πρόκειται να κυοφορήσει, υποβάλλεται σε ενδελεχή ψυχολογική αξιολόγηση. Η συμφωνία για την κυοφορία από την φέρουσα ή κυοφόρο γυναίκα γίνεται γραπτώς και χωρίς οποιοδήποτε αντάλλαγμα. Δεν συνιστά, δε, αντάλλαγμα η καταβολή των δαπανών που απαιτούνται για την επίτευξη της εγκυμοσύνης, την κυοφορία, τον τοκετό και τη λοχεία και η αποζημίωση για κάθε θετική ζημία της κυοφόρου εξαιτίας αποχής από την εργασία της και τις αμοιβές από εξαρτημένη εργασία, τις οποίες στερήθηκε λόγω απουσίας με σκοπό την επίτευξη της εγκυμοσύνης, την κυοφορία, τον τοκετό και τη λοχεία. Η έγγραφη συμφωνία συνάπτεται μεταξύ των προσώπων, που επιδιώκουν να αποκτήσουν τέκνο, της γυναίκας, που θα κυοφορήσει, και του συζύγου της, εάν αυτή είναι έγγαμη. Σε ό,τι αφορά τη συγγένεια που δημιουργείται από την εφαρμογή της ανωτέρω μεθόδου ιατρικής υποβοήθησης της αναπαραγωγής, το άρθρο 1464 ΑΚ ρητώς ορίζει ότι μητέρα του τέκνου, που θα γεννηθεί, τεκμαίρεται αυτή, στην οποία χορηγήθηκε η δικαστική άδεια, δηλαδή η γυναίκα, που επιθυμεί, αλλά αδυνατεί να αποκτήσει τέκνο για ιατρικούς λόγους και όχι η κυοφόρος γυναίκα. Το τεκμήριο αυτό ανατρέπεται σύμφωνα με τα ειδικότερα αναφερόμενα στη δεύτερη παράγραφο του ιδίου άρθρου. Κατά το άρθρο 8 δε του ν. 3089/2002, τα ανωτέρω εφαρμόζονται όταν τόσο η αιτούσα, όσο και η κυοφόρος γυναίκα κατοικούν στην Ελλάδα. Στην προκείμενη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτησή της, η αιτούσα, σύζυγος του ….., και η οποία (αιτούσα) βρίσκεται σε ηλικία φυσικής αναπαραγωγής, επικαλούμενη ότι η ίδια αδυνατεί να αποκτήσει τέκνο, λόγω του αναλυτικώς περιγραφόμενου στην αίτηση της προβλήματος υγείας, που αντιμετωπίζει, ζητά να της δοθεί η άδεια, προκειμένου να γίνει μεταφορά στο σώμα άλλης γυναίκας, και συγκεκριμένα, της…………, -η οποία φέρεται ως κάτοικος Θεσσαλονίκης, είναι υγιής και ικανή για τεκνοποιία-, γονιμοποιημένων ωαρίων, ξένων προς την ίδια, προκειμένου η τελευταία να κυοφορήσει το τέκνο, που η αιτούσα και ο ανωτέρω σύζυγός της επιθυμούν να αποκτήσουν και για την οποία έχει χωρήσει ήδη γραπτή, δίχως αντάλλαγμα συμφωνία, περί τούτου. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η ως άνω αίτηση αρμοδίως, καθ' ύλην και κατά τόπον, εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (740 παρ. 1, 799 ΚΠολΔ και 121 ΕισΝΑΚ), κατά την προκείμενη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739 έως 781 ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζομένη στις αναφερόμενες στη μείζονα σκέψη της παρούσας διατάξεις. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ’ουσίαν, δεδομένου ότι τηρήθηκε η προδικασία, που προβλέπεται από το άρθρο 748 ΚΠολΔ για το παραδεκτό της συζήτησής της, αφού αντίγραφο αυτής έχει επιδοθεί νομίμως και εμπροθέσμως (άρθρα 741, 122 παρ. 1, 123, 124 και 126 παρ. 1 στοιχ. α ΚΠολΔ) τόσο στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, όσο και στο σύζυγο της αιτούσας, αλλά και στην προαναφερόμενη……………….., και της………………, όπως προκύπτει από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες υπ. αριθμ. …………, αντιστοίχως, εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης,

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος, που εξετάσθηκε νομίμως στο ακροατήριο, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, σε συνδυασμό με όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που η αιτούσα νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα ………., και ο ……………, και της……………., τέλεσαν την 24-12-2012 στην πόλη …………….., της Ιταλικής Δημοκρατίας, νόμιμο γάμο (βλ. το προσκομιζόμενο σε επίσημη μετάφραση στην ελληνική γλώσσα από 27-12-2012 πιστοποιητικό γάμο του Ληξιάρχου του Δήμου του ……………….., του νομού Κοζέντσα της Ιταλικής Δημοκρατίας). Η ως άνω αιτούσα επιθυμεί να αποκτήσει τέκνο με το σύζυγό της, με τον οποίο βρισκόταν σε μακροχρόνια ελεύθερη συμβίωση πριν την τέλεση του γάμου, πλην, όμως, όλες οι προσπάθειες, που έχουν καταβάλλει μέχρι σήμερα, τόσο με τη φυσική μέθοδο, όσο και με τη μέθοδο της εξωσωματικής γονιμοποίησης, απέβησαν άκαρπες. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι αυτή πάσχει από αναιτιολόγητη αδυναμία συλλήψεως, με αποτέλεσμα να είναι ιατρικώς αδύνατο να κυοφορήσει (βλ. την υπ αριθμ. πρωτ. , ιατρική γνωμάτευση του ιατρού του Ιπποκρατείου Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης, ..................................................., Καθηγητού Πανεπιστημίου Μαιευτικής (Γυναικολογίας), παρά το ότι βρίσκεται σε ηλικία φυσικής αναπαραγωγής (την 05-04-2013 συμπληρώνει την ηλικία των 50 ετών). Η γυναίκα, που προσφέρεται να κυοφορήσει στη θέση της, είναι η………….. και της………….., κάτοικος Θεσσαλονίκης, η οποία διανύει το 32ο έτος της ηλικίας της και έχει αποκτήσει ήδη δύο τέκνα εκτός γάμου, η πατρότητα των οποίων δεν έχει αναγνωριστεί εκουσίως ή δικαστικώς (βλ. το ακριβές αντίγραφο του υπ. αριθμ. Αστυνομικού Δελτίου Ταυτότητας, σε συνδυασμό με το υπ. αριθμ. πρωτ………….. , πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, το οποίο εξέδωσε ο Δήμαρχος του Δήμου Σερρών), είναι δε υγιής και κατάλληλη για κυοφορία (βλ. την από 17-01-2013 ιατρική γνωμάτευση του μαιευτήρα …………….., χειρουργού γυναικολόγου).  Εξάλλου, η αιτούσα, ο παραπάνω σύζυγός της………….. και η προαναφερόμενη ……………., με το από 26-09-2012 ιδιωτικό συμφωνητικό, που φέρει τις, βεβαιωμένες αρμοδίως για το γνήσιό τους, ιδιόχειρες υπογραφές τους, συμφώνησαν όπως η τελευταία κυοφορήσει, ως παρένθετη μητέρα, μετά από μεταφορά στο σώμα της ξένων προς την ίδια γονιμοποιημένων ωαρίων, το τέκνο, που επιθυμούν να αποκτήσουν η αιτούσα και ο σύζυγός της, χωρίς να λάβει για την ενέργειά της αυτή κανένα απολύτως οικονομικό αντάλλαγμα. Αντιθέτως, συμφωνήθηκε ότι η αιτούσα και ο σύζυγός της θα επιβαρυνθούν μόνο με τις δαπάνες για την επίτευξη της εγκυμοσύνης, την κυοφορία και τον τοκετό. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι η ανωτέρω ………….., υποβλήθηκε σε ενδελεχή ψυχολογική αξιολόγηση και διαγνώστηκε ότι δεν πάσχει από κάποια ψυχική ή νευρολογική νόσο, με αποτέλεσμα, από αυτή την άποψη, να δύναται να κυοφορήσει (βλ. την από 14-01-2013 γνωμάτευση της ψυχολόγου ………….). Παράλληλα, τόσο αυτή, όσο και οι παραπάνω σύζυγοι υποβλήθηκαν σε ιατρική εξέταση για τους ιούς της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV1, HIV2), της ηπατίτιδας Β και C και της σύφιλης και διαγνώστηκε ότι είναι υγιείς (βλ. τις σχετικές ιατρικές εξετάσεις διαγνώσεις του Ιατρικού Κέντρου .......................). Εν όψει όλων αυτών και δεδομένου ότι τόσο η αιτούσα, όσο και η κυοφόρος γυναίκα κατοικούν στην Ελλάδα, συντρέχουν όλες οι τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή της προαναφερόμενης μεθόδου ιατρικής υποβοήθησης της ανθρώπινης αναπαραγωγής. Πρέπει, επομένως, η υπό κρίση αίτηση να γίνει δεκτή, ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν, και να επιτραπεί στην αιτούσα η μεταφορά στο σώμα της ………………………., κατοίκου Θεσσαλονίκης, γονιμοποιημένων ωαρίων ξένων προς την ίδια, προκειμένου να κυοφορήσει αυτή το τέκνο, που η αιτούσα και ο σύζυγός της επιθυμούν να αποκτήσουν, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.

ΠΑΡΕΧΕΙ την άδεια στην αιτούσα…………………….., κάτοικο Θεσσαλονίκης, όπως προβεί στη μεταφορά στο σώμα της …………………, κατοίκου Θεσσαλονίκης γονιμοποιημένων ωαρίων, ξένων πρoς την ίδια, προκειμένου η τελευταία να κυοφορήσει το τέκνο, που η αιτούσα και ο σύζυγός της……………….., επιθυμούν να αποκτήσουν.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στη Θεσσαλονίκη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 28 Φεβρουαρίου 2013.

Πηγή: www.dsanet.gr   



Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος
http://www.stefaniasouli.gr/prophil