Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2015

Προγεννητικός έλεγχος και ιατρική ευθύνη





Παρατίθεται απόσπασμα της υπ.αρ. 154/2011 απόφασης του Αρείου Πάγου, δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ.
 

 

«… Κατά τη διάταξη του αρθρ. 559 αριθ. 1 του Κ.Πολ.Δ αναίρεση επιτρέπεται μόνο αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών 173 και 200 του ΑΚ. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (Ολ. ΑΠ 7/2006 Ελλ.Δ 47.728, Ολ. ΑΠ 4/2005 ΕλλΔ 46.382. Εξ' άλλου, από τη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ, κατά την οποία όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, προκύπτει ότι προϋποθέσεις της αδικοπρακτικής ευθύνης είναι οι εξής: 1 ) ανθρώπινη συμπεριφορά που μπορεί να συνίσταται σε θετική ενέργεια (πράξη) ή σε παράλειψη ορισμένης ενέργειας, 2 ) η πράξη ή παράλειψη να είναι παράνομη, 3 ) υπαιτιότητα (πταίσμα) του δράστη, που εκδηλώνεται είτε με τη μορφή του δόλου είτε με τη μορφή της αμέλειας, 4 ) επέλευση ζημίας και 5 ) αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της συμπεριφοράς και της ζημίας. Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνήθη και κανονική πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΑΠ 118/2006, ΑΠ 996/04). Περαιτέρω, ευθύνη ιατρού για αμέλεια υπάρχει στις περιπτώσεις εκείνες, που το ανεπιθύμητο αποτέλεσμα οφείλεται σε παράβαση των θεμελιωδών αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης και η ενέργεια του δεν ήταν σύμφωνη με το αντικειμενικώς επιβαλλόμενο καθήκον επιμέλειας. Δηλαδή θα πρέπει να μην καταβλήθηκε από τον ιατρό η επιβαλλόμενη κατά αντικειμενική κρίση προσοχή και επιμέλεια, την οποία κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος ιατρός θα μπορούσε και όφειλε να καταβάλλει κάτω από τις ίδιες πραγματικές περιστάσεις, με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνθήκες που επικρατούν στις συναλλαγές και την κοινή κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πείρα και λογική και συγχρόνως να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ιατρικής πράξης ή παράλειψης και του αξιόποινου μη επιδιωκόμενου αποτελέσματος. (Α.Π. 2104/2009.) Τέλος, κατά το άρθρο 24 του Α.Ν. 1565/1937, που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Α.Κ. με τη διάταξη του άρθρου 47 του Εισ Ν.ΑΚ " Ο ιατρός οφείλει να παρέχη μετά ζήλου, ευσυνειδησίας και αφοσιώσεως την ιατρικήν αυτού συνδρομήν, συμφώνως προς τας θεμελιώδους αρχάς της ιατρικής επιστήμης και της κτηθείσης πείρας, τηρών τας ισχύουσας διατάξεις περί διαφυλάξεως των ασθενών και προστασίας των υγιειών". Στην προκειμένη περίπτωση με την ένδικη αγωγή, που άσκησε ο ….., ανήλικος, εκπροσωπούμενος νόμιμα από τους γονείς του, ….. και ….., ιστορεί ότι: στις ……1993 η μητέρα του, ….., γέννησε πρόωρα θήλυ τέκνο, το οποίο λόγω της πρόωρης γέννησης του, της αναπνευστικής δυσχέρειας και των έντονων δυσμορφιών και καρδιακών προβλημάτων που παρουσίασε, απεβίωσε στις …..1994.  Οι γονείς του  με δεδομένο το δυσμορφικό σύνδρομο και την συγγενική καρδιοπάθεια που ήταν οι αιτίες θανάτου του παραπάνω τέκνου τους και του γεγονότος ότι η προαναφερθείσα μητέρα είχε ιστορικό παιδικών θανάτων στην οικογένεια της, επιθυμώντας το παιδί που θα αποκτήσουν στο μέλλον να είναι υγιές, επισκέφθηκαν το Τμήμα Γενετικής και Αναπτυξιολογίας της Α' Παιδιατρικής Κλινικής του …………..  Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης και αφού ανέφεραν τα παραπάνω δεδομένα, ζήτησαν σχετική γενετική καθοδήγηση. Εκεί πληροφορήθηκαν ότι η ασφαλέστερη μέθοδος προγεννητικού ελέγχου είναι η εξέταση καρυοτύπου των γονέων, η οποία δίνει αποτελέσματα για την ύπαρξη ή μη χρωμοσωμικής ανωμαλίας σε κάποιον από τους γονείς και ότι η τυχόν ύπαρξη τέτοιας ανωμαλίας οδηγεί με μεγάλη πιθανότητα στην γέννηση παιδιού με δυσπλασίες ή νεκρού. Στην συνέχεια και αφού έλαβαν την διαβεβαίωση ότι εφόσον η διάγνωση του καρυοτύπου στους γονείς ήταν φυσιολογική, δεν θα υπήρχε καμία κληρονομική αιτία για γέννηση παιδιού μη φυσιολογικού, υποβλήθηκαν και οι δύο γονείς του σε εξετάσεις καρυοτύπου, που διενεργήθησαν από την υπεύθυνη του εργαστηρίου της ανωτέρω Κλινικής του Νοσοκομείου …. τα αποτελέσματα των οποίων ήταν φυσιολογικά, όπως αυτό βεβαιώθηκε από την εν λόγω ιατρό. Μετά από αυτά και περί τον μήνα Οκτώβριο του 1994 η μητέρα του κατέστη έγκυος στον ίδιο (ενάγοντα ανήλικο), λόγω δε του επιβαρημένου ιστορικού οι γονείς του έκριναν σκόπιμο και επισκέφθηκαν και το ιδιωτικό εργαστήριο ……., όπου και ανέφεραν στην εναγομένη, ιατρό μικροβιολόγο, όλο το παραπάνω ιστορικό. Στη συνέχεια  (....1995) επακολούθησε "προγεννητικός χρωμοσωμικός έλεγχος αμνιακού υγρού", που διενεργήθηκε από την εναγομένη, τα αποτελέσματα του οποίου ήταν "έμβρυο άρρεν, χωρίς εμφανείς χρωμοσωμικές ανωμαλίες", ότι ύστερα και από τα αποτελέσματα αυτά, αλλά και τις διαβεβαιώσεις της εναγομένης ότι η ίδια ήταν ειδική στις χρωμοσωμικές εξετάσεις που πραγματοποίησε, ότι η μέθοδος που ακολουθήθηκε ήταν η πλέον έγκυρη για την διάγνωση των χρωμοσωμικών ανωμαλιών και ότι αφού το έμβρυο δεν παρουσιάζει καμία χρωμοσωμική ανωμαλία, επρόκειτο να γεννηθεί παιδί υγιές, συνεχίσθηκε η κύηση και στις ……1995 γεννήθηκε αυτός (ενάγων), πάσχων από "σοβαρή ψυχοκινητική καθυστέρηση και δη τετραπληγία λόγω σοβαρών εγκεφαλικών συγγενών κακώσεων", συνεπεία των οποίων παθήσεων είναι ανάπηρος κατά ποσοστό 100%. Εκθέτοντας περαιτέρω ότι η γέννηση του με τις παραπάνω παθήσεις οφείλεται σε βαρεία αμέλεια της εναγομένης, η οποία από έλλειψη της προσοχής που όφειλε λόγω των περιστάσεων και μπορούσε να επιδείξει, λόγω του επαγγέλματος της, κατέληξε σε εσφαλμένη διάγνωση, ότι δήθεν το έμβρυο δεν είχε χρωμοσωμικές ανωμαλίες, όπως στην συνέχεια μετά την γέννηση του διαπιστώθηκε κατά τις εξετάσεις που επακολούθησαν σ' αυτόν σε εξειδικευμένα κέντρα (διαπιστώθηκε στην Τοπική Γενετική Υπηρεσία "S.W. THAMES" του Λονδίνου, η ύπαρξη επιπρόσθετου υλικού στο χρωμόσωμα 13) και τούτο διότι δεν εφήρμοσε τους διεθνώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής και τις πλέον προηγμένες μεθόδους της κυτταρογενετικής, ούτε προέβη σε διερεύνηση και επαλήθευση των αποτελεσμάτων στα οποία κατέληξε, με άλλες μεθόδους χρωμοσωμικής ανάλυσης, ούτε παρέπεμψε τους γονείς του σε κάποιο εξειδικευμένο κέντρο του εσωτερικού ή του εξωτερικού, εφοδιασμένο με την κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή και εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό (εξειδικευμένους κυτταρογενετιστές ιατρούς) με περαιτέρω συνέπεια της αμέλειας αυτής την συνέχιση της κύησης και την γέννηση του και ότι αυτός συνεπεία των ως άνω παθήσεων του, οι οποίες οφείλοντο στην ύπαρξη της ως άνω χρωμοσωμικής ανωμαλίας, υπέστη ηθική βλάβη, ζήτησε, όπως περιορίστηκε το αίτημα της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη οφείλει να του καταβάλει από την αιτία αυτή, ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση, το ποσό των 999.985.000 δρχ. (για επιπλέον ποσό 15.000 δρχ. έγινε επιφύλαξη για τα ποινικά δικαστήρια). Με αυτό το περιεχόμενο η αγωγή δεν είναι νόμιμη, διότι, αληθή υποτιθέμενα τα αναφερόμενα σ' αυτήν πραγματικά περιστατικά, δεν υπάρχει η αναγκαία συνάφεια μεταξύ της επικαλούμενης αμέλειας της εναγόμενης ιατρού περί τον προγεννητικό έλεγχο και του επελθόντος αποτελέσματος, αφού η φερόμενη ως άνω πάθηση του ενάγοντος ήταν συμφυής προς την εκ των υστέρων διαπιστωθείσα γεννητική του παρουσία (επιπρόσθετο υλικό στο χρωμόσωμα 13) και όχι απότοκος του προγεννητικού ελέγχου. Το Εφετείο, που με την προσβαλλόμενη απόφαση του έκρινε ότι η αγωγή δεν είναι νόμιμη, διότι υπό τα εκτιθέμενα σ' αυτήν πραγματικά περιστατικά δεν υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της συμπεριφοράς της εναγόμενης και του επελθόντος αποτελέσματος, δεν παραβίασε τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 914, 932 ΑΚ και 24 του ΑΝ 1565/1939. Συνεπώς, ο πρώτος από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ λόγος του αναιρετηρίου, που υποστηρίζει τα αντίθετα, είναι αβάσιμος. Ο ίδιος (πρώτος) λόγος αναίρεσης, κατά το μέρος που με αυτόν αποδίδεται στην προσβαλλόμενη αιτίαση από τον αριθ. 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, για τον λόγο ότι στερείται νόμιμης βάσης, λόγω έλλειψης αιτιολογιών, είναι απαράδεκτος, διότι ο λόγος αυτός αναίρεσης προϋποθέτει κατ' ουσίαν έρευνα της αγωγής, στην προκείμενη όμως περίπτωση η αγωγή απορρίφθηκε ως μη νόμιμη. Τέλος, απορριπτέος ως αβάσιμος είναι ο ίδιος (πρώτος) λόγος αναίρεσης κατά το μέρος που με αυτόν ο αναιρεσείων προβάλλοντας την εκ του αριθ. 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πλημμέλεια, ισχυρίζεται ότι το Εφετείο, με το να κρίνει την αγωγή του ως νόμω αβάσιμη, παραβίασε το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, αφού τον δίκασε ανήκουστο, διότι στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού από τα προσκομιζόμενα διαδικαστικά έγγραφα, προκύπτει ότι αυτός παραστάθηκε στο Εφετείο και προέβαλε τους ισχυρισμούς του. Ο δεύτερος λόγος αναίρεσης εκ του αριθ. 19 και ο τρίτος λόγος αναίρεσης εκ του αριθ. 10 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, είναι απαράδεκτοι, διότι αυτοί προϋποθέτουν την ουσιαστική έρευνα της διαφοράς, ενώ στην προκειμένη περίπτωση η αγωγή απορρίφθηκε ως μη νόμιμη.
Κατ' ακολουθίαν, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης ( άρθρα 176, 183 του ΚΠολΔ)...»  





Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος- Διαμεσολαβήτρια
http://www.stefaniasouli.gr/prophil/


 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.