Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2017

Νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου


ΝΟΜΟΣ ΥΠ.ΑΡ. 4491/2017

Νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου


Άρθρο 1

Δικαιώματα του προσώπου με βάση την ταυτότητα και τα χαρακτηριστικά φύλου 

1.Το πρόσωπο έχει δικαίωμα στην αναγνώριση της ταυτότητας φύλου του ως στοιχείου της προσωπικότητάς του.

2.Το πρόσωπο έχει δικαίωμα στο σεβασμό της προσωπικότητάς του με βάση τα χαρακτηριστικά φύλου του.


Άρθρο 2

Ορισμοί

1. Ως ταυτότητα φύλου νοείται ο εσωτερικός και προσωπικός τρόπος με τον οποίο το ίδιο το πρόσωπο βιώνει το φύλο του, ανεξάρτητα από το φύλο που καταχωρίστηκε κατά τη γέννησή του με βάση τα βιολογικά του χαρακτηριστικά. Η ταυτότητα φύλου περιλαμβάνει την προσωπική αίσθηση του σώματος, καθώς και την κοινωνική και εξωτερική έκφραση του φύλου, το οποία αντιστοιχούν στη βούληση του προσώπου. Η προσωπική αίσθηση του σώματος μπορεί να συνδέεται και με αλλαγές που οφείλονται σε ιατρική αγωγή ή άλλες ιατρικές επεμβάσεις που επιλέχθηκαν ελεύθερα.

2. Ως χαρακτηριστικά φύλου νοούνται τα χρωμοσωμικά, γονιδιακά και ανατομικά χαρακτηριστικά του προσώπου, τα οποία συμπεριλαμβάνουν πρωτογενή χαρακτηριστικά, όπως τα αναπαραγωγικά όργανα, και δευτερογενή χαρακτηριστικά, όπως η μυϊκή μάζα, η ανάπτυξη μαστών ή τριχοφυΐας.


Άρθρο 3

Διόρθωση του καταχωρισμένου φύλου- Προϋποθέσεις

1. Σε περίπτωση ασυμφωνίας μεταξύ ταυτότητας φύλου και καταχωρισμένου φύλου το πρόσωπο μπορεί να ζητήσει τη διόρθωση του καταχωρισμένου φύλου του, ώστε αυτό να αντιστοιχεί στη βούληση, στην προσωπική αίσθηση του σώματος και στην εξωτερική του εικόνα.

2. Για τη διόρθωση του καταχωρισμένου φύλου απαιτείται πλήρης δικαιοπρακτική ικανότητα, με εξαίρεση τους ανήλικους που έχουν συμπληρώσει το δέκατο έβδομο (17ο) έτος της ηλικίας τους, εφόσον υπάρχει ρητή συναίνεση των ασκούντων τη γονική τους μέριμνα και τους ανηλίκους που έχουν συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο (15ο) έτος της ηλικίας τους, εφόσον υπάρχει επιπλέον θετική γνωμάτευση διεπιστημονικής Επιτροπής που συστήνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Υγείας για δύο (2) έτη, στην οποία μετέχουν: α) ένας παιδοψυχίατρος, β) ένας ψυχίατρος, γ) ένας ενδοκρινολόγος, δ) ένας παιδοχειρούργος, ε) ένας ψυχολόγος, στ) ένας κοινωνικός λειτουργός  και ζ) ένας παιδίατρος, ως Πρόεδρος, άπαντες με εξειδίκευση στο συγκεκριμένο ζήτημα.  

3. Προϋπόθεση για τη διόρθωση του καταχωρισμένου φύλου είναι το πρόσωπο που αιτείται τη διόρθωση να μην είναι έγγαμο.

4. Για τη διόρθωση του καταχωρισμένου φύλου δεν απαιτείται να βεβαιώνεται ότι το πρόσωπο έχει υποβληθεί σε οποιαδήποτε προηγούμενη ιατρική επέμβαση. Δεν απαιτείται επίσης η οποιαδήποτε προηγούμενη εξέταση ή ιατρική αγωγή που σχετίζεται με τη σωματική ή ψυχική του υγεία.


Άρθρο 4

Διαδικασία

1. Η διόρθωση του καταχωρισμένου φύλου γίνεται με δικαστική απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 782 ΚΠολΔ. Στην αίτηση δηλώνονται το επιθυμητό φύλο, το κύριο όνομα που επιλέγεται και το προσαρμοσμένο σχετικά επώνυμο. Στην αίτηση επισυνάπτεται αντίγραφο της ληξιαρχικής πράξης γέννησης του προσώπου.

2. Για τη διόρθωση του καταχωρισμένου φύλου απαιτείται αυτοπρόσωπη δήλωση ενώπιον του δικαστηρίου. Η δήλωση γίνεται σε ιδιαίτερο γραφείο χωρίς δημοσιότητα. Η δικαστική απόφαση καταχωρίζεται στο Ληξιαρχείο που είχε συντάξει τη ληξιαρχική πράξη γέννησης του προσώπου. Η καταχώριση της δικαστικής απόφασης περί διόρθωσης φύλου γίνεται με τρόπο που διασφαλίζει τη μυστικότητα της μεταβολής και της αρχικής ληξιαρχικής πράξης γέννησης έναντι όλων.

3. Με βάση τη νέα ληξιαρχική πράξη, οι υπηρεσίες που είναι αρμόδιες για την έκδοση άλλων εγγράφων στα οποία αναγράφεται η ταυτότητα του προσώπου ή από τα οποία το πρόσωπο εξαρτά δικαιώματα, καθώς και για την καταχώριση σε μητρώα ή καταλόγους, όπως εκλογικούς, έχουν την υποχρέωση να εκδώσουν νέα έγγραφα ή να προβούν σε νέες καταχωρίσεις με διορθωμένο το καταχωρισμένο φύλο, το κύριο όνομα και το επώνυμο του προσώπου. Στη νέα ληξιαρχική πράξη γέννησης, στα νέα έγγραφα και στις νέες καταχωρίσεις δεν επιτρέπεται η αναφορά ότι μεσολάβησε διόρθωση του καταχωρισμένου φύλου.

4. Η νέα ληξιαρχική πράξη μπορεί στο εξής να αλλάξει μία φορά με την ίδια διαδικασία και τις ίδιες προϋποθέσεις.


Άρθρο 5     

Συνέπειες της διόρθωσης του καταχωρισμένου φύλου   

1. Από την καταχώρισή της στο Ληξιαρχείο η διόρθωση του φύλου του προσώπου ισχύει έναντι όλων. Δικαιώματα, υποχρεώσεις και κάθε είδους ευθύνη του προσώπου, που δημιουργήθηκαν πριν από τη διόρθωση του φύλου, εξακολουθούν να υφίστανται. Διατηρούνται επίσης οι αριθμοί φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ) και μητρώου κοινωνικής ασφάλισης (ΑΜΚΑ). Εντός τριών (3) ημερών από την καταχώριση της μεταβολής στο Ληξιαρχείο σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 344/1976 (Α΄143), ο Ληξίαρχος υποχρεούται να ενημερώσει την Εισαγγελία Πρωτοδικών του τόπου γέννησης του προσώπου ή το Τμήμα Ποινικού Μητρώου και Απονομής Χάριτος του Υπουργείου Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αν πρόκειται για πρόσωπο γεννημένο στην αλλοδαπή, για την μεταβολή των ταυτοποιητικών του στοιχείων, προκειμένου να προβούν σε ενημέρωση τυχόν καταχώρισης στο Ποινικό Μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 5 του π.δ 35/2015 (Α΄56).

2. Αν το πρόσωπο που διόρθωσε το καταχωρισμένο φύλο του έχει παιδιά, είτε γεννημένα σε γάμο, είτε γεννημένα σε σύμφωνο, είτε γεννημένα χωρίς γάμο των γονέων τους, είτε υιοθετημένα, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του από τη γονική μέριμνα δεν επηρεάζονται. Στη ληξιαρχική πράξη γέννησης των παιδιών δεν επέρχεται καμία μεταβολή λόγω της διόρθωσης του καταχωρισμένου φύλου του γονέα.
  

Άρθρο 6

Μυστικότητα

1.Οι υπάλληλοι του Ληξιαρχείου, καθώς και όσοι άλλοι εμπλέκονται επαγγελματικά στη διόρθωση του καταχωρισμένου φύλου ή έλαβαν γνώση της τέλεσής της με την ευκαιρία της άσκησης των καθηκόντων τους, έχουν καθήκον εχεμύθειας. Στη δικαστική απόφαση της παραγράφου 1 του άρθρου 4, στην αρχική ληξιαρχική πράξη γέννησης του προσώπου καθώς και σε κάθε άλλο στοιχείο ή έγγραφο το οποίο τηρείται στο οικείο ληξιαρχείο ή σε οποιαδήποτε άλλη δημόσια υπηρεσία, από το οποίο προκύπτει η διόρθωση φύλου που μεσολάβησε, έχει πρόσβαση μόνο το ίδιο το πρόσωπο, καθώς και όσοι έχουν ειδική έγγραφη εξουσιοδότηση από αυτό. Πρόσβαση τρίτου στα στοιχεία αυτά επιτρέπεται μόνο εφόσον αυτός αποδεικνύει ειδικό έννομο συμφέρον μη δυνάμενο να ικανοποιηθεί διαφορετικά και κατόπιν άδειας που χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2472/1997 (Α΄50) για πρόσβαση σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.

2. Αν το πρόσωπο που προέβη σε διόρθωση φύλου καταστεί δικαιοπρακτικά ανίκανο, πρόσβαση έχει ο δικαστικός συμπαραστάτης του.  

Άρθρο 7

Άλλες διατάξεις  

1.Στο πρώτο εδάφιο της παρ.1 του άρθρου 14 του ν.344/1976 (Α΄143) διαγράφονται οι λέξεις «αλλαγής φύλου» και προστίθενται οι λέξεις «διόρθωσης φύλου» και μετά το πρώτο εδάφιο προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ειδικά στην περίπτωση της διόρθωσης φύλου η δικαστική απόφαση αρκεί να είναι τελεσίδικη».

2. Στην παρ. 1 του άρθρου 1 και στην παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 927/1979 (Α΄139), μετά τις λέξεις «ταυτότητα φύλου» προστίθενται και οι λέξεις «χαρακτηριστικά φύλου».   






Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος - Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια
https://stefaniasouli.gr/

Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2017

5ο Συνέδριο Οικογενειακού Δικαίου



5ο Συνέδριο Οικογενειακού Δικαίου
ΘΕΜΑ: ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ
ΧΡΟΝΟΣ :  Παρασκευή 10 & Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2017
ΤΟΠΟΣ : Ξενοδοχείο “Elite City Resort”, Καλαμάτα




ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ
Παρασκευή, 10 Νοεμβρίου 2017
17:30
Α’ Συνεδρία
Προεδρεύουσα: Έφη Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, Ομότιμη Καθηγήτρια Νομικής Σχολής ΑΠΘ
Η κοινή συμβολή στις οικογενειακές ανάγκες κατά τη συμβίωση
και μετά τη διακοπή της συμβίωσης

Ευγενία Δακορώνια, Καθηγήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ
Χρόνος, τρόπος, μέτρο και περιεχόμενο της διατροφής σε ομαλές περιόδους
και σε συνθήκες οικονομικής κρίσης

Γεώργιος Λαδογιάννης, Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ
Διάλειμμα
Συζήτηση
Σάββατο, 11 Νοεμβρίου 2017
9:30
Β’ Συνεδρία
Προεδρεύων: Απόστολος Γεωργιάδης, Ακαδημαϊκός, Ομότιμος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ
Διατροφή μετά το διαζύγιο ιδίως για λόγους επιείκειας
Ρόη Παντελίδου, Καθηγήτρια Νομικής Σχολής ΔΠΘ
Αποζημίωση λόγω στέρησης διατροφής και υπηρεσιών επί πρόκλησης θανάτου
ή σωματικής βλάβης του ενός συζύγου

Κατερίνα Φουντεδάκη, Καθηγήτρια Νομικής Σχολής ΑΠΘ
Συζήτηση
Διάλειμμα
12:00
Γ’ Συνεδρία
Προεδρεύων: Ιωάννης Τέντες, Επίτιμος Eισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Γενικός Γραμματέας ΕΟΔ
Αλληλεπίδραση της καταβολής διατροφής ανηλίκου με την επιμέλεια
και την παρεμπόδιση της επικοινωνίας

Παναγιώτης Νικολόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ
Καταχρηστική άσκηση της αξίωσης διατροφής
Ευριπίδης Ρίζος, Επίκουρος Καθηγητής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου
Συζήτηση
Διάλειμμα
18:00
Δ’ Συνεδρία
Προεδρεύων: Ιωάννης Σπυριδάκης , Ομότιμος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ
Η διατροφή μεταξύ αδελφών και κατιόντων προς ανιόντες
Μαρία Τατσέλου, ΔΝ, Εφέτης Αθηνών
Εφαρμοστέο δίκαιο, διεθνής δικαιοδοσία, αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων
σε θέματα διατροφής σύμφωνα με τον Κανονισμό 4/2009

Γεώργιος Παπαγεωργίου, Εφέτης Αθηνών
Το ποινικό αδίκημα της παραβίασης υποχρέωσης διατροφής
Νικόλαος Δεληδήμος, Εισαγγελέας Πρωτοδικών Αθηνών
Διάλειμμα
Συζήτηση
Σύνοψη Συμπερασμάτων του συνεδρίου
Θεοφανώ Παπαζήση, Ομότιμη Καθηγήτρια Νομικής Σχολής ΑΠΘ

 




Πληροφορίες-Εγγραφές:
Ελένη Στεφανίδη
Τ. 210 36 78 858 - 975, F. 210 36 78 857
www.nb.org
e-mail: stefanel@nb.org

Πληροφορίες:

Κωνσταντίνος Κουτσουλέλος, Ταμίας ΕΟΔ
Τ. 210 36 35 790, F. 210 36 03 617
www.eod.gr
e-mail: koutsoulelos.k@dsa.gr






Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2017

Αναγνώριση ακυρότητας πρακτικού συμβιβασμού που ρύθμισε το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα


Παρατίθεται απόσπασμα της υπ.αρ. 1090/2017 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που δέχτηκε την αγωγή της μητέρας – ενάγουσας και ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕ την ακυρότητα του περιεχόμενου, στο, με αριθμό …. /2013 πρακτικό συμβιβασμού του τμήματος ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, συμβιβασμού μεταξύ των διαδίκων, σχετικά με την επικοινωνία του εναγόμενου με τα ανήλικα τέκνα του. 



«… Επειδή το άρθρο 1520 ΑΚ, όπως ισχύει μετά το Ν. 1329/1983, ορίζει ότι ο γονέας, μετά του οποίου δεν διαμένει το ανήλικο τέκνο, διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής μετ' αυτού επικοινωνίας και ότι στην περίπτωση αυτή τα σχετικά με την επικοινωνία κανονίζονται ειδικότερα από το δικαστήριο. 

Από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη προς το όλο πλέγμα των διατάξεων του οικείου κεφαλαίου του ΑΚ και ιδία προς τα άρθρα 1510 παρ. 1, 1511, 1512, 1513, 1514, 1515 παρ. 2-3, 1518 και 1519 ΑΚ, προκύπτει ότι στις ρυθμιζόμενες αυτές προσωπικές σχέσεις γονέων και τέκνων, στις οποίες περιλαμβάνεται και το αναφαίρετο προσωπικό δικαίωμα του γονέως να διατηρεί μετά του ανηλίκου τέκνου του, που δεν διαμένει μαζί του, προσωπική επικοινωνία, προέχει πάντοτε το καλώς εννοούμενο συμφέρον του τέκνου. Στην εξυπηρέτηση δε κυρίως αυτού του συμφέροντος του τελευταίου αποβλέπει τόσο η προσωπική επικοινωνία του ανηλίκου τέκνου με το γονέα του όσο η, θεσπιζόμενη, πλέον, ρητώς, από το νόμο (άρθρο 1520 παρ. 2 ΑΚ όπως αυτό ισχύει μετά το Ν. 1329/1993), υποχρέωση των γονέων να μη παρεμποδίζουν την προσωπική επικοινωνία του τέκνου των με τους απωτέρους ανιόντες του τελευταίου, εκτός αν υπάρχει σοβαρός περί του αντιθέτου λόγος, αφού και στις δύο περιπτώσεις η επικοινωνία αυτή αποβλέπει και συμβάλλει στην καλή ψυχοπνευματική ανάπτυξη και σωματική διάπλαση του ανήλικου τέκνου. Στη περίπτωση, όμως, που υπάρχει απειλή κινδύνου, δια το τέκνο, από τη προσωπική αυτή επικοινωνία με το γονέα, ένεκα τυχόν υφισταμένης ψυχοσωματικής ασθένειας του γονέως του ανηλίκου ή του χαρακτήρος του τελευταίου ή από άλλο σχετικό λόγο, δεν δύναται μεν να απαγορευθεί τελείως η προσωπική αυτή επικοινωνία, δύναται όμως να περιορισθεί, είτε ως προς το χρόνο, το τόπο και τη συχνότητα της, είτε και κατ' άλλο τρόπο (λχ. δια της παρουσίας και τρίτου προσώπου κατά την προσωπική επικοινωνία κλπ). Η προσωπική αυτή επικοινωνία ρυθμίζεται μέσα στα πλαίσια του συμφέροντος του ανηλίκου τέκνου ανάλογα με τη ψυχοπνευματική και σωματική κατάσταση του τέκνου και των τυχόν υφισταμένων άλλων αναγκών του, ώστε να ικανοποιείται και η ανάγκη της μη αποξενώσεώς του από τυχόν υπάρχοντα άλλα αδέλφια του, της μη διαταράξεως της εκπαιδεύσεως του κλπ., ενώ σε δεύτερο στάδιο λαμβάνεται υπ' όψιν και το εκ του δεσμού του αίματος απορρέον αίσθημα στοργής του δικαιούμενου να ασκήσει το δικαίωμα της επικοινωνίας αυτής γονέως. 

Τη στάθμιση όλων αυτών των παραγόντων ο νόμος (άρθρο 1520 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ. όπως ισχύει μετά το Ν. 1329/1983) έχει αναθέσει στο αρμόδιο δικαστήριο, το οποίο τελικώς με την απόφαση του παρεμβαίνει αποφασιστικώς και κανονίζει ειδικότερα τα της προσωπικής αυτής επικοινωνίας. Η απόφαση αυτή είναι πάντως δυνατόν να τροποποιηθεί, οποτεδήποτε, εφόσον τούτο επιβάλλεται από το καλώς εννοούμενο συμφέρον του ανηλίκου τέκνου, το οποίο προσδιορίζουν οι παραπάνω όροι, καταστάσεις και οι συντρέχουσες περιπτώσεις. Η σχετική δικαστική κρίση περί της προσωπικής επικοινωνίας στην απόφαση είναι δεσμευτική δια τους γονείς και τους ανιόντες του ανηλίκου και δύναται να εκτελεσθεί αναγκαστικώς, κατά τις οικείες διατάξεις του ΚΠολΔ με τη παρέμβαση των αρμοδίων οργάνων της Πολιτείας. Για τη συνδρομή των ως άνω αποφασιστικών κριτηρίων ρύθμισης ενός δικαιώματος, που έχει έντονο τον προσωπικό και ηθικό χαρακτήρα, όπως είναι το περιλαμβανόμενο στις προσωπικές σχέσεις γονέων και τέκνων δικαίωμα της επικοινωνίας του γονέως μετά του ανηλίκου τέκνου του (άρθρο 1520 ΑΚ), κύριο ζήτημα αποτελεί και ερευνάται από το δικαστήριο κυρίως το καλώς εννοούμενο συμφέρον του ανηλίκου και όχι η βούληση των γονέων του. Διότι, ναι μεν κατά τεκμήριο οι γονείς πάντοτε ενδιαφέρονται δια τα τέκνα τους, χωρίς όμως να είναι και βέβαιο ότι, αντικειμενικώς ερευνωμένη, η βούληση αυτή των γονέων ταυτίζεται με το πραγματικό συμφέρον του τέκνου. 

Κατά συνέπειαν, το δικαίωμα αυτό δεν είναι δεκτικό δικαστικού συμβιβασμού (άρθρ. 293 παρ. 1 ΚΠολΔ), που αποτελεί σύμβαση διφυούς χαρακτήρος, δηλαδή συμφωνία ιδιωτικού δικαίου, αλλά συγχρόνως και δικονομική σύμβαση συναπτόμενη κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας, και αφορά το επίδικο δικαίωμα. Άρα η σύμβαση των γονέων του ανηλίκου τέκνου, έστω και αν ο συμβιβασμός αυτός περιέχεται σε πρακτικό δημοσία συνεδριάζοντος δικαστηρίου, αφού αφορά το ανεπίδεκτο διαθέσεως δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του γονέως μετά του ανηλίκου τέκνου του, δεν είναι έγκυρος και δεν συνεπάγεται ούτε την αυτοδίκαια κατάργηση της δίκης, στην οποία αναφέρεται. Η ακυρότητα δε αυτή δύναται να αναγνωριστεί και με αναγνωριστική αγωγή του έχοντος έννομο συμφέρον, για την αναγνώρισή της, ετέρου γονέως. Αντίθετη προς τα ανωτέρω εκδοχή, δεν μπορεί να θεμελιωθεί στη ρύθμιση της διατάξεως του άρθρου 1441 ΑΚ, που αναφέρεται στην έκδοση, μετά από κοινή αίτηση αμφοτέρων των συζύγων και κατά ειδική διαδικασία, συναινετικού διαζυγίου, αφού η προβλεπομένη στη διάταξη αυτή συμφωνία των διαδίκων και περί των προσωπικών σχέσεων μετά των εκ του γάμου των τέκνων των κλπ. πρέπει να εγκριθεί και από το δικαστήριο έχει δε όλως προσωρινή ισχύ και σε άλλο σκοπό αποβλέπει (ΑΠ 941/1996, ΑΠ 1461/1997, δημοσίευση ΝΟΜΟΣ)….»

Πηγή: www.dsa.gr 


Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος- Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια 

http://www.stefaniasouli.gr/prophil/