Παρατίθεται
κατωτέρω απόσπασμα της υπ.αρ. 18/2020 απόφασης του Εφετείου Πειραιά,
δημσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ.
«…Η
κρινόμενη έφεση, η οποία στρέφεται κατά της υπ’ αριθ. 224/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών (άρθρα 591, 592 παρ. 1, 593 605 του ΚΠολΔ), αντιμωλία των διαδίκων, επί της από 25-11-2016 (υπ’ αριθ. καταθ. …./2-12-2016) αγωγής του ενάγοντος και ήδη εφεσίβλητου κατά της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας, έχει ασκηθεί εμπροθέσμως, ενόψει του ότι δεν προκύπτει από κάποιο στοιχείο η επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, και κατά τις νόμιμες
διατυπώσεις, (άρθρα 19, 495 παρ. 1 και 4, 511, 513 παρ 1 περ. β, 516 παρ. 1,
517, 518 παρ. 2, 591 και 592 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει η υπό κρίση
έφεση να γίνει τυπικώς δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό
και το βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, που εκδόθηκε η
εκκαλούμενη απόφαση (άρθρο 533 του ΚΠολΔ).
Με
την ανωτέρω αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ο ενάγων
και ήδη εφεσίβλητος ζήτησε να λυθεί ο γάμος του με την εναγόμενη… εκκαλούσα,
για το λόγο ότι αυτοί, ως σύζυγοι, βρίσκονται σε συνεχή διάσταση δύο και πλέον
έτη. Με την εκκαλούμενη απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου η προαναφερθείσα
αγωγή έγινε δεκτή ως ουσιαστικώς βάσιμη, και απαγγέλθηκε η λύση του μεταξύ των
διαδίκων γάμου, με την αιτιολογία ότι η διάσταση των διαδίκων ως συζύγων
υφίστατο από το έτος 2002 συνεχώς μέχρι τη συζήτηση της αγωγής αυτής. Κατά της
ως άνω αποφάσεως παραπονείται η εκκαλούσα με την κρινόμενη έφεση της, για
λόγους που στο σύνολο τους ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και
ζητεί να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ώστε η ως άνω αγωγή να απορριφθεί
στο σύνολό της, κατά ειδικότερα εκτιθέμενα στην έφεση.
Στο
άρθρο 1439 παρ. 3 του ΑΚ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 του ν. 3719/2008,
ορίζεται ότι «Εφόσον οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς από δύο
τουλάχιστον χρόνια, ο κλονισμός τεκμαίρεται αμάχητα και το διαζύγιο μπορεί να
ζητηθεί έστω και αν ο λόγος του κλονισμού αφορά το πρόσωπο του ενάγοντος. Η
συμπλήρωση του χρόνου διάστασης υπολογίζεται κατά το χρόνο της συζήτησης της
αγωγής και δεν εμποδίζεται από μικρές διακοπές, που έγιναν ως προσπάθεια αποκατάστασης
των σχέσεων μεταξύ των συζύγων». Σημειωτέον ότι, από άποψη διαχρονικού δικαίου,
η τελευταία διάταξη περί διετούς διάρκειας της διάστασης (άρθρο 14 του ν.
3719/2008) καταλαμβάνει όλες τις μη συζητηθείσες εκκρεμείς, κατά την έναρξη
ισχύος της (26-11-2008), αγωγές διαζυγίου, δηλαδή εκτείνεται και στους γάμους
που τελέσθηκαν πριν την έναρξη της ισχύος της, ακόμη και αν η διάσταση επήλθε
υπό την ισχύ της προγενέστερης διάταξης (τετραετούς διάστασης), καθόσον δεν
προβλέπεται στο νόμο κάποια διάκριση (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη «Το σύμφωνο συμβίωσης και οι τροποποιήσεις οικογενειακού δικαίου»
εκδ. 2009 σελ. 105 παρ. 13 και την από 4-11-2008 έκθεση της Β’ Διεύθυνσης Επιστημονικών Μελετών της Βουλής των Ελλήνων επί του νομοσχεδίου «Μεταρρυθμίσεις για την οικογένεια, το παιδί, την
κοινωνία και άλλες διατάξεις»). Επίσης, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως,
καθένας από τους συζύγους, ανεξαρτήτως από το αν προκάλεσε τη διάσταση ή
όχι, έχει δικαίωμα να ζητήσει διαζύγιο, όταν η διάσταση διήρκεσε κατά το ως
άνω χρονικό διάστημα (δύο ετών), υπολογιζόμενο αναδρομικώς από το χρόνο
συζητήσεως της σχετικής αγωγής. Από την ίδια διάταξη, που καθιερώνει ως λόγο
διαζυγίου τον αντικειμενικό κλονισμό της έγγαμης σχέσεως, προκύπτει ότι, εφόσον
αποδειχθεί η ως άνω διάσταση, τεκμαίρεται αμαχήτως ο κλονισμός και το
δικαστήριο χωρεί στη λύση του γάμου. Ως διάσταση, κατά την έννοια της διατάξεως
αυτής, νοείται η φυσική και ψυχική απομάκρυνση μεταξύ των συζύγων, με την
πρόθεση τουλάχιστον του ενός εξ αυτών να μην έχουν πλέον κοινωνία βίου.
Ειδικότερα, διάσταση των συζύγων υφίσταται, κατά κανόνα, όταν διασπαστεί η
συμβίωση μεταξύ τους τόσο κατά εξωτερικά της γνωρίσματα (συγκατοίκηση και
λοιπές εκδηλώσεις της κοινής ζωής, που εμφανίζουν αυτούς ως συζύγους έναντι των
τρίτων), όσο και κατά το ψυχικό στοιχείο, δηλαδή τη θέληση να διατηρηθεί ο
γάμος. Ακόμη, τη συμπλήρωση του ως άνω χρόνου δεν εμποδίζουν οι μικρές
διακοπές της διαστάσεως, που γίνονται προς επίτευξη της αποκαταστάσεως των
σχέσεων των συζύγων, παρά το ότι στην περίπτωση αυτή ελλείπει η πρόθεση
διακοπής της συμβιώσεως. Κατά μείζονα λόγο δεν ελλείπει η διάσταση, όταν
παρεμβάλλονται μικρές διακοπές εξ άλλων λόγων (π.χ. κοινωνικών ή χάριν των
τέκνων και για την με αυτά επικοινωνία) που δεν αναιρούν τη σταθερή πρόθεση
διασπάσεως του συζυγικού δεσμού. Εξάλλου, η διάσταση συνοδεύεται, συνήθως, και
από τη διακοπή του να κατοικούν ή να διαμένουν οι σύζυγοι στην ίδια οικία. Ωστόσο,
είναι νοητή αυτή (διάσταση), έστω και αν συνεχίζουν εκείνοι να κατοικούν ή να
διαμένουν στην ίδια οικία, κυρίως σε διαφορετικούς χώρους της (συνοίκηση υπό
ευρεία έννοια), οπότε φαινομενικώς μεν προκύπτει έγγαμη συμβίωση, στην ουσία
όμως έχει διακοπεί η συμβίωση αυτή (βλ. ΟλΑΠ 20/1990 ΝοΒ 1990 1341, ΑΠ
1057/2012 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 661/2011 ΝΟΜΟΣ ΑΠ 1377/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1256/2010 ΝΟΜΟΣ,
Ευστρατίου εις ΣΕΑΚ Α. Γεωργιάδη τ. ΙΙ αρθρ. 1439 αρ. 15 επ. σελ. 695 επ.).
Στην
προκείμενη περίπτωση, από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων
αποδείξεως και ανταποδείξεως, που εξετάστηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου
Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά
του ίδιου Δικαστηρίου, και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που οι διάδικοι
νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή
αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, καθώς και των υπ’ αριθ. …./16-3-2017 και …./10-11-2017 ενόρκων βεβαιώσεων, οι οποίες συντάχθηκαν ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, με την επιμέλεια του ενάγοντος και της εναγομένης, αντιστοίχως, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ενόψει του
ότι συντάχθηκαν για άλλη δίκη (βλ. ΟλΑΠ 8/2016 ΝοΒ 2016 1828, ΑΠ 99/2010 ΝΟΜΟΣ,
ΑΠ 1988/2008 Δ 2009 532, ΑΠ 722/2004 ΕλλΔνη 47 1012), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα
πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο (θρησκευτικό) γάμο, στον Ιερό
Ναό … Κερατσινίου Αττικής, στις … 1968 (βλ. την υπ’ αριθ. …/ τομ….. /1968 ληξιαρχική πράξη γάμου του Ληξίαρχου του Δήμου Κερατσινίου Αττικής), από τον οποίο απέκτησαν δύο άρρενα τέκνα, τα οποία, ήδη, είναι ενήλικα. Μετά την τέλεση του ανωτέρω γάμου, οι διάδικοι
διέμειναν σε οικία της συγκυριότητάς τους, η οποία βρίσκεται στο Κερατσίνι
Αττικής, επί της οδού….. .αρ. … Κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων συζύγων, όμως, οι σχέσεις μεταξύ αυτών δεν ήταν ομαλές, γιατί ο ενάγων δεν επεδείκνυε την προσήκουσα, κατά τις συνθήκες αυτής
(έγγαμης συμβίωσης), συμπεριφορά προς την εναγομένη σύζυγό του. Για το λόγο
αυτό, η εναγομένη, αρχικώς, προέβη, με επιμέλεια της, στην κοινοποίηση προς τον
ενάγοντα της από 12-6-2002 εξώδικης καταγγελίας - διαμαρτυρίας - δήλωσής της, με την οποία προσκαλούσε αυτόν (ενάγοντα) να επιδεικνύει τον προσήκοντα προς το πρόσωπο της σεβασμό, προκειμένου να μην διασπαστεί η έγγαμη συμβίωσή τους. Στη συνέχεια, ενόψει της μη μεταβολής της ανωτέρω συμπεριφοράς του ενάγοντος, η εναγομένη
άσκησε, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά τη διαδικασία των
ασφαλιστικών μέτρων, την από 26-10-2005 (υπ’ αριθ. καταθ. …/27-10-2005) αίτησή της, κατά του ενάγοντος συζύγου της, με την οποία αυτή ζητούσε την επιδίκαση προσωρινής διατροφής σε αυτήν, επικαλούμενη τη διάσπαση
της έγγαμης συμβίωσης τους, από εύλογη γι’ αυτήν αιτία. Η συζήτηση της αιτήσεως αυτής, όμως, στις 30-11-2005, ματαιώθηκε, ενόψει του ότι η εναγομένη δεν επιθυμούσε τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης της με τον ενάγοντα, θεωρώντας ότι η ως άνω συμπεριφορά του
τελευταίου θα μπορούσε να μεταβληθεί και έτσι να καταστούν ομαλές οι μεταξύ
τους σχέσεις. Ωστόσο, οι σχέσεις των διαδίκων δεν εξομαλύνθηκαν και η εναγομένη
προέβη, με επιμέλεια της, στην εκ νέου κοινοποίηση προς τον ενάγοντα της από
29-6-2015 εξώδικης καταγγελίας - διαμαρτυρίας της, με την οποία ζήτησε από αυτόν (ενάγοντα) να αποχωρήσει από την ανωτέρω συζυγική τους οικία και να της καταβάλλει μηνιαία διατροφή, ποσού 700 ευρώ, λόγω διασπάσεως της εγγάμου συμβιώσεώς τους από εύλογη γι’ αυτήν αιτία. Επίσης, στις 25-10-2015, η ενάγουσα προσήλθε στο Αστυνομικό Τμήμα Κερατσινίου Αττικής και ανέφερε, προς τον αρμόδιο αστυνομικό υπάλληλο, ότι ο ενάγων είχε τελέσει εις βάρος της την αξιόποινη πράξη της ενδοοικογενειακής σωματικής
βλάβης (άρθρο 6 παρ. 1 και 2 του ν. 3500/2006), για την οποία ο ενάγων έχει
παραπεμφθεί για να δικαστεί ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς
και συγκεκριμένα για το ότι, στις 24-10-2015, περί ώρα 23.30, εντός της ανωτέρω
οικίας τους (στο Κερατσίνι Αττικής), ο ενάγων προξένησε σε αυτήν (εναγομένη)
σωματική βλάβη, αφού της επιτέθηκε αρπάζοντας την από το λαιμό, προσπαθώντας να
την πνίξει και ώθησε αυτή βιαίως, με αποτέλεσμα η εναγομένη να υποστεί αμυχή
πώγωνος και αμυχές πρόσθιας και πλάγιας τραχηλικής χώρας, διάχυτα άλγη
αριστερού άνω άκρου και αριστερού ημιθωρακίου (βλ. το υπ’ αριθ. πρωτ. ./../../25-10-2016 αντίγραφο από το βιβλίο συμβάντων του Αστυνομικού Τμήματος Κερατσινίου Αττικής και το από 13-9-2017 κατηγορητήριο του Εισαγγελέως Πρωτοδικών
Πειραιώς). Κατόπιν, η εναγομένη άσκησε, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου
Πειραιώς, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, την από 3-11-2015 (υπ’ αριθ. καταθ. ././5-11-2015) αίτησή της εναντίον του ενάγοντος, με την οποία, επικαλούμενη την ως άνω
αντισυζυγική συμπεριφορά αυτού (ενάγοντος), ζήτησε, λόγω διάσπασης της εγγάμου
συμβιώσεώς τους από εύλογη γι’ αυτήν αιτία, να διαταχθεί η μετοίκηση του ενάγοντος συζύγου της από την συζυγική οικία τους, να παραχωρηθεί, προσωρινώς, σ’ αυτήν (εναγομένη) η αποκλειστική χρήση της ανωτέρω οικίας
και να επιδικαστεί, προσωρινώς, σε αυτήν το ποσό των 700 ευρώ μηνιαίως, ως εις
χρήμα διατροφή της. Επί της αιτήσεως αυτής, η οποία συζητήθηκε στη δικάσιμο της
1ης Δεκεμβρίου 2015, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 218/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου
Πειραιώς, δυνάμει της οποίας, αφού πιθανολογήθηκε ότι έχει επέλθει διάσπαση της
έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων από υπαιτιότητα του ενάγοντος και ότι δεν είναι
δυνατή η συνοίκηση αυτών (διαδίκων) υπό την ίδια στέγη, διατάχθηκε, προσωρινώς,
η μετοίκηση του ενάγοντος από την ανωτέρω συζυγική οικία (στο Κερατσίνι
Αττικής), της οποίας η χρήση, καθώς και του αναγκαίου οικιακού εξοπλισμού της,
παραχωρήθηκε, προσωρινώς, στην εναγομένη, επιπλέον, υποχρεώθηκε ο ενάγων να καταβάλλει
στην εναγομένη, το ποσό των 500 ευρώ μηνιαίως, ως εις χρήμα προσωρινή διατροφή
της, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της σχετικής κύριας αγωγής περί
διατροφής της. Μετά την έκδοση της ανωτέρω απόφασης και την επίδοση αυτής στον
ενάγοντα, στις 27-6-2016, ο τελευταίος απεχώρησε από την ανωτέρω συζυγική οικία
και εγκαταστάθηκε σε οικία, συγκυριότητας των διαδίκων, στον Ασπρόπυργο
Αττικής, στην οποία, έκτοτε, εξακολουθεί να διαμένει. Μάλιστα, η εναγομένη
άσκησε, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 20-5-2016 (υπ’ αριθ. καταθ. ././20-5-2016) αγωγή της, κατά του ενάγοντος με την οποία, ζήτησε, λόγω διάσπασης της εγγάμου συμβιώσεως των διαδίκων από εύλογη γι’αυτήν αιτία, να επιδικαστεί σε αυτήν το ποσό των 700 ευρώ μηνιαίως, ως εις χρήμα διατροφή της, για
χρονικό διάστημα δύο ετών, και να παραχωρηθεί σε αυτήν η αποκλειστική χρήση της
συζυγικής οικίας. Επί της αγωγής αυτής, αρχικώς, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 2865/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και στη συνέχεια, μετά την άσκηση σχετικής έφεσης
κατ’ αυτής από τον ενάγοντα, η υπ’ αριθ. 6/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, δυνάμει της οποίας αυτή έγινε μερικώς δεκτή και υποχρεώθηκε ο ενάγων να καταβάλλει στην εναγομένη, το ποσό των 620 ευρώ μηνιαίως, ως διατροφή της, και παραχωρήθηκε
στην εναγομένη η αποκλειστική χρήση της οικογενειακής στέγης των διαδίκων. Περαιτέρω,
αποδείχθηκε ότι, από την 24-10-2015, που συνέβη το ανωτέρω επεισόδιο μεταξύ των
διαδίκων, διασπάσθηκε η έγγαμη συμβίωση αυτών ως συζύγων, ενόψει του ότι
εξέλειψε ο σχετικός ψυχικός σύνδεσμος μεταξύ τους και απλώς συνοικούσαν στην
ανωτέρω συζυγική οικία, χρησιμοποιώντας, όμως, διαφορετικά δωμάτια
(υπνοδωμάτια) αυτής, λόγω του ότι ουδείς από αυτούς επιθυμούσε να στερηθεί τη
χρήση της οικίας αυτής, αποχωρώντας οικιοθελώς από εκεί. Μάλιστα, το
ανωτέρω γεγονός της διάσπασης της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων και της απλής
συνοίκησης αυτών επιβεβαιώνεται και από την κατάθεση του μάρτυρα
(ανταποδείξεως) …, ο οποίος έχει σχετική ιδία αντίληψη, ενόψει του ότι αυτός διατηρούσε επί
σειρά ετών φιλικές σχέσεις με τους διαδίκους (ως κουμπάρος τους), και
επισκέπτονταν τακτικά αυτούς στην ανωτέρω οικία τους, και ο οποίος ανέφερε ότι,
μετά το προαναφερθέν επεισόδιο, κατά τον Οκτώβριο του έτους 2015, οι διάδικοι
έπαυσαν να έχουν οιαδήποτε επαφή. Επιπλέον, η εναγομένη εκδήλωσε τη βούλησή της
περί οριστικής διακοπής της έγγαμης συμβίωσης αυτής, με την άσκηση της ανωτέρω
από 3-11-2015 αίτησής της και την συζήτησή της ενώπιον του προαναφερθέντος
Δικαστηρίου, ενώ, όπως προαναφέρθηκε, για την αντίστοιχη προγενέστερη από
26-10-2005 αίτησή της, αυτή είχε μεταμεληθεί και είχε ματαιωθεί η συζήτησή της.
Ακόμη, πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως έγινε δεκτό με την ανωτέρω υπ. αριθ. 218/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η διάσπαση της έγγαμης
συμβίωσης των διαδίκων, υφίστατο ήδη, κατά την ημέρα συζήτησής της σχετικής από
3-11-2015 αίτησης της εναγομένης, δηλαδή κατά την 1η Δεκεμβρίου 2015, ενόψει
του ότι ουδείς από τους διαδίκους αντιλέγει ως προς το αντίστοιχο μέρος της δικαστικής
απόφασης αυτής. Επομένως, αποδεικνύεται ότι η διάσταση των διαδίκων ως συζύγων,
είχε συντελεσθεί, οριστικώς, τουλάχιστον, κατά την 1η Δεκεμβρίου 2015, που,
κατά τα ως άνω, συζητήθηκε η προαναφερθείσα από 3-11-2015 αίτηση της
εναγομένης, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 218/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι η ως άνω διάσταση των διαδίκων συνεχίσθηκε και κατά τον χρόνο της συζήτησης της ένδικης αγωγής ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, δηλαδή την 8η Δεκεμβρίου 2017. Συνεπώς, η διάρκεια της εν λόγω
διαστάσεως υπερβαίνει τα δύο (2) έτη και για το λόγο αυτό τεκμαίρεται ότι η
έγγαμη σχέση των διαδίκων έχει κλονισθεί ισχυρώς. Τέλος, πρέπει να
σημειωθεί ότι τυχόν υπαιτιότητα του ενάγοντος στην πρόκληση της εν λόγω
διάστασης δεν έχει κάποια έννομη επιρροή στην προκείμενη υπόθεση, δοθέντος ότι,
όπως προεκτέθηκε, κάθε σύζυγος, ανεξαρτήτως από το αν προκάλεσε τη διάσταση ή
όχι, έχει δικαίωμα να ζητήσει διαζύγιο, όταν η διάσταση διήρκεσε κατά το ως άνω
χρονικό διάστημα (δύο ετών).
Κατ’
ακολουθίαν των προεκτεθέντων,
το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, έστω και με διαφορετική (μερικώς) αιτιολογία, δέχθηκε ως και ουσιαστικώς βάσιμη, την ανωτέρω αγωγή και απήγγειλε τη λύση του τελεσθέντος μεταξύ των διαδίκων
γάμου δεν έσφαλε, και οι περί του αντιθέτου λόγοι της εφέσεως είναι
απορριπτέοι. Επομένως, πρέπει να αντικατασταθεί (μερικώς) η αιτιολογία της
εκκαλούμενης αποφάσεως από αυτήν της παρούσας αποφάσεως και να απορριφθεί η
έφεση ως κατ’ ουσίαν
αβάσιμη (άρθρο 534 του ΚΠολΔ). Τέλος τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού
δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων λόγω της ιδιότητάς
τους ως συζύγων (άρθρο 179 του ΚΠολΔ)...»
Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος - Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια
https://stefaniasouli.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.