Τετάρτη 31 Μαρτίου 2021

Αλλαγή ονόματος στο βαπτιστικό όνομα μετά την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας

 

Παρατίθεται κατωτέρω απόσπασμα της υπ.αρ. 454/2021 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ.

«… Από το συνδυασμό των διατάξεων των παρ. 1 και 3 του άρθρου 782 ΚΠολΔ συνάγεται ότι κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας δικάζεται η αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον ή του Εισαγγελέα με την οποία επιδιώκεται η διόρθωση ορισμένου στοιχείου της ληξιαρχικής πράξης που προβλέπεται από το νόμο ως απαραίτητο για τη σύνταξη της και το οποίο από παραδρομή καταχωρήθηκε εσφαλμένα σε αυτή. Αντικείμενο της σχετικής απόφασης είναι η διαπίστωση των ακριβών στοιχείων που απαιτεί ο νόμος για τη σύνταξη της ληξιαρχικής πράξης και ο τονισμός της ορθότητας αυτών σε σύγκριση με τα στοιχεία που βεβαιώθηκαν ανακριβώς στη ληξιαρχική πράξη της οποίας ζητείται η διόρθωση, η δε απόφαση που εκδίδεται, ως προς τη ρυθμιστική της ενέργεια είναι στην ουσία διαπιστωτική θετική διοικητική πράξη και όχι διαταγή στο Ληξίαρχο για τη διόρθωση ληξιαρχικής πράξης που ενδεχόμενα συντάχθηκε ανακριβώς από αυτόν διότι τούτο αποτελεί καθήκον του ληξιάρχου το οποίο οφείλει να εκτελεί χωρίς διαταγή (ΕφΔωδ 95/2004 ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 2571/1996 Αρμ 1996.1088). Κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο για τη διόρθωση της ληξιαρχικής πράξης είναι το δικαστήριο της περιφέρειας του ληξιάρχου ο οποίος και προέβη στη σύνταξη της διορθωτέας ληξιαρχικής πράξης, χωρίς να υφίσταται δυνατότητα παρέκτασης.

 

Με την υπό κρίση αίτηση η αιτούσα επικαλούμενη άμεσο έννομο συμφέρον, ζητά από το Δικαστήριο να διορθωθεί η ληξιαρχική πράξη γέννησης της, που συνετάγη από τη Ληξίαρχο του Ληξιαρχείου του Δήμου Αθηναίων, ως προς το όνομα της από το εσφαλμένο «Σίντι» στο ορθό «Χριστίνα».

 

Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση αίτηση αρμοδίως (άρθρα 739, 740 παρ. 1 και 782 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ) εισάγεται για να δικασθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, στην περιφέρεια του οποίου ασκεί τα καθήκοντα της η ληξίαρχος η οποία θα προβεί στη διόρθωση της ληξιαρχικής πράξης γέννησης, εφόσον ευδοκιμήσει η ένδικη αίτηση, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739 επ ΚΠολΔ) είναι δε νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 9, 13 παρ. 1 και 22 του Ν. 344/1976 «Περί ληξιαρχικών πράξεων» σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 782 ΚπολΔ. Πρέπει επομένως η κρινόμενη αίτηση να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησης της έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 748 παρ. 2 ΚΠολΔ προδικασία με επίδοση αντιγράφου της στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών (βλ. σχ. την προσκομιζόμενη μετ' επικλήσεως από την αιτούσα υπ' αριθ…./18-12-2019 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ...).

 

Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα της αιτούσας όπως αυτή περιλαμβάνεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά και από τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται η αιτούσα αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά Η αιτούσα γεννήθηκε στις …. 1999 στην Αθήνα στο Μαιευτήριο «Α». Για το πραγματικό αυτό γεγονός συντάχθηκε από τη Ληξίαρχο του Ληξιαρχείου του Δήμου Αθηναίων η υπ' αυξ. Αριθ.. ληξιαρχική πράξη γέννησης η οποία καταχωρήθηκε στον τόμο ... του έτους 1999 των οικείων βιβλίων του ως άνω ληξιαρχείου. Στην εν λόγω, ληξιαρχική πράξη γέννησης, καταχωρήθηκε ως όνομα της αιτούσας το όνομα «Σίντι» και ως επώνυμο της αιτούσας το επώνυμο «….». Στη συνέχεια, ωστόσο και συγκεκριμένα στις 4-6-2000 επακολούθησε βάφτιση της κατά τους κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού στον Ιερό Ναό Αγίου Παύλου της Άνω Γλυφάδας Αττικής, όπου της δόθηκε το όνομα «Χριστίνα», με το οποίο αποκαλείται έκτοτε, χωρίς όμως αυτό να καταχωρηθεί στην προαναφερόμενη ληξιαρχική πράξη. Κατόπιν τούτου και επειδή το τελευταίο αυτό όνομα χρησιμοποιεί η αιτούσα έκτοτε στις επαγγελματικές της συναλλαγές και στις κοινωνικές της επαφές, ενώ πρόσφατα απέκτησε και την ελληνική ιθαγένεια λόγω πολιτογράφησης του πατρός της βάσει της με αριθ. …../19-6-2017 απόφασης του Υπουργείου Εσωτερικών και της με αριθ. …/4-8-2017 απόφασης Συντονιστή Αποκ. Διοίκησης Αττικής, όπως προκύπτει από το υπ' αριθ…./20-9-2017 πιστοποιητικό γέννησης της του Δήμου Κρωπίας, κρίνεται ότι η καταχώρηση του ονόματος της αιτούσας ως «Σίντι» στη με αριθμό … τόμος …. έτος 1999 ληξιαρχική πράξη γέννησης της της ληξιάρχου του Δήμου Αθηναίων, δημιουργεί και θα συνεχίσει να δημιουργεί σοβαρές δυσκολίες στη μετέπειτα πορεία της, δεδομένου ότι θα προκαλείται σύγχυση για τα ατομικά στοιχεία της ταυτότητας της. Ενόψει των προαναφερόμενων και του προφανούς εννόμου συμφέροντος της αιτούσας, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή και να διορθωθεί η ως άνω αναφερόμενη ληξιαρχική πράξη γέννησης κατά τα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό…»

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δέχεται την αίτηση.

Βεβαιώνει με σκοπό τη διόρθωση της ληξιαρχικής πράξης γέννησης που συντάχθηκε για την αιτούσα από τη ληξίαρχο του ληξιαρχείου του Δήμου Αθηναίων και έλαβε αριθμό ... καταχωρούμενη στον τόμο ... του έτους 1999 των οικείων βιβλίων τη μεταβολή του ονόματος της αιτούσας από «Σίντι» στο ορθό «Χριστίνα».

Κρίθηκε αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο στην Αθήνα χωρίς να παρευρίσκεται η αιτούσα και η πληρεξούσια δικηγόρος της στις 23 Μαρτίου 2021…»

 


Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος - Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια
https://stefaniasouli.gr/

Τρίτη 30 Μαρτίου 2021

Άκυρη αποκλήρωση τέκνου

 


Παρατίθεται κατωτέρω απόσπασμα της υπ.αρ. 22/2019 απόφασης του Αρείου Πάγου, δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ.  

«…Από τις διατάξεις των άρθρων 1825, 1839 και 1843 ΑΚ σαφώς προκύπτει ότι ο δικαιούμενος νόμιμη μοίρα τη λαμβάνει και εναντίον της θέλησης του διαθέτη, αλλ' ο τελευταίος, με διάταξη τελευταίας βουλήσεως, μπορεί να στερήσει το δικαιούχο της νόμιμης μοίρας του και μόνο για ορισμένους λόγους, οι οποίοι περιοριστικώς αναφέρονται στο νόμο (αποκλήρωση υπό στενή έννοια) και οι οποίοι πρέπει να υπάρχουν κατά το χρόνο που συντάσσεται η διαθήκη. Ειδικότερα ο διαθέτης μπορεί να αποκληρώσει τον κατιόντα του για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 1840 ΑΚ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται (με αριθμό 3) και η περίπτωση που ο κατιών έγινε ένοχος κακουργήματος ή σοβαρού (βαρέος κατά το μεταγλωτισμένο αρχικό κείμενο του ΑΚ) πλημμελήματος με πρόθεση, κατά τον διαθέτη ή του συζύγου του. Δεν απαιτείται μεν και καταδίκη από το ποινικό δικαστήριο, αλλά το δικαστήριο που εξετάζει το λόγο της αποκλήρωσης, τον οποίο οφείλει να αποδείξει εκείνος που την επικαλείται, πρέπει να εξετάσει παρεμπιπτόντως την ύπαρξη των στοιχείων κακουργήματος ή πλημμελήματος. Με βάση την κρατούσα εκάστοτε ηθική και κοινωνική αντίληψη κρίνεται πότε το πλημμέλημα είναι "σοβαρό", το ζήτημα δε αν τα επικαλούμενα και δεκτά γενόμενα γεγονότα φέρουν ή μη χαρακτήρα "σοβαρού" πλημμελήματος, στην έννοια του οποίου εντάσσεται και η σκαιά ύβρη κατά του διαθέτη ή του συζύγου του, είναι νομικό (ΑΠ 1406/2012, ΑΠ 146/2009). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης, αν παραβιάσθηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου. Τούτο συμβαίνει αν, για την εφαρμογή κανόνα ουσιαστικού δικαίου, το δικαστήριο απαίτησε περισσότερα στοιχεία ή αρκέσθηκε σε λιγότερα στοιχεία από εκείνα που απαιτεί ο νόμος, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσίαν την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται εν όψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο, ιδρύεται δε ο λόγος αυτός όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήσαν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται. Εξάλλου, κατά το άρθρο 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης και αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στη έκβαση της δίκης. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, έλλειψη νόμιμης βάσης, λόγω ανεπαρκών ή αντιφατικών αιτιολογιών, υπάρχει, όταν από το αιτιολογικό της απόφασης, που συνιστά την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν προκύπτουν κατά τρόπο πλήρη, σαφή και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία, σύμφωνα με το νόμο, είναι αναγκαία για την κρίση στη συγκεκριμένη περίπτωση ότι συντρέχουν οι όροι της διάταξης που εφαρμόσθηκε ή ότι δεν συντρέχουν οι όροι της εφαρμογής της. Ιδρύεται, δηλαδή, ο λόγος αυτός αναίρεσης, όταν από τις παραδοχές της απόφασης δημιουργούνται αμφιβολίες για το αν εφαρμόσθηκε ορθώς ή όχι ορισμένη ουσιαστική διάταξη νόμου. Αναφέρεται σε πλημμέλειες αναγόμενες στη διατύπωση του αποδεικτικού πορίσματος και δεν ιδρύεται όταν υπάρχουν ελλείψεις που ανάγονται στην εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα στην ανάλυση, στάθμιση και αξιολόγηση αυτών και στην αιτιολόγηση του πορίσματος που έχει εξαχθεί από αυτές, αρκεί τούτο να εκτίθεται πλήρως, σαφώς και χωρίς αντιφάσεις (ΟλΑΠ 24/1992). Οι παραπάνω από τις διατάξεις των αριθμών 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγοι είναι δυνατόν να φέρονται ότι πλήττουν την προσβαλλομένη απόφαση γιατί παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου κανόνα δικαίου, αλλά στην πραγματικότητα, υπό το πρόσχημα ότι κατά την εκτίμηση των αποδείξεων παραβιάστηκε κανόνας δικαίου, να πλήττουν την απόφαση κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, οπότε οι λόγοι αναίρεσης θα απορριφθούν ως απαράδεκτοι, σύμφωνα με το άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ διότι πλήττουν την ανέλεγκτη, περί την εκτίμηση πραγματικών γεγονότων, ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο, δέχθηκε, μετ' ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδείξεων, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο …, πατέρας του ενάγοντος [αναιρεσίβλητου] και της πρώτης εναγομένης [αναιρεσείουσας], απεβίωσε στην Κω στις …. 2010 σε ηλικία 64 ετών, ο θάνατός του δε επήλθε από καρδιακή ανακοπή και καρκίνο του πνεύμονα, ασθένεια η οποία είχε διαγνωστεί το έτος 2009. Με την από 9-11-2009 μυστική διαθήκη του, η οποία κατατέθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου ….  με την υπ' αριθ. …/18-11-2009 πράξη της και δημοσιεύθηκε με τα υπ' αριθ. …/20-4-2010 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κω, ο …. εγκατέστησε ως μοναδική κληρονόμο στην περιουσία του τη θυγατέρα του (πρώτη εναγομένη) ….., ενώ αποκλήρωσε το γιό του ενάγοντα. Ειδικότερα, ο ως άνω διαθέτης αναφέρει στη διαθήκη του κατά λέξη τα ακόλουθα "....Την περιουσία μου την μεταβίβασα εν ζωή στην κόρη μου …..[αναιρεσείουσα] για λόγους ιδιαίτερου ηθικού καθήκοντος και ευπρέπειας σαν πατέρας προς την μοναδική μου κόρη, γιατί χωρίς την οικονομική και ηθική βοήθειά της και την καθημερινή νύχτα και μέρα αδιάκοπη προσωπική της φροντίδα και βοήθεια δεν ξέρω πώς θα αντιμετώπιζα τα παρακάτω που περιγράφω. Στον γυιό μου … [αναιρεσίβλητο] δεν αφήνω τίποτα παρά μόνο την ευχή μου και την συγχώρεσή μου γιατί: 1) Επανειλημμένα, κάθε φορά που με συναντούσε (για να μην πω ότι επεδίωκε να με συναντήσει) στο καφενείο όπου σύχναζα από το έτος 2005 μέχρι και πρόσφατα, με εξύβριζε με φράσεις ακατονόμαστες, υποτιμητικές και ανάρμοστες που με προσέβαλαν σαν πατέρα και σαν άνθρωπο. 2) Επανειλημμένα με κατήγγειλε στην πολεοδομία του Δήμου για αυθαίρετες κατασκευές και λειτουργία σνάκ μπάρ εντός ξενοδοχείου χωρίς άδεια, με αποτέλεσμα να κληθώ να καταβάλλω υπέρογκα πρόστιμα και αποζημιώσεις, να σφραγιστεί το σνάκ μπάρ του ξενοδοχείου και με τις ενέργειές του αυτές να κλονιστεί η οικονομική μου κατάσταση και η υγεία μου. 3) Εξ αιτίας των παραπάνω ενεργειών του μου υποβλήθηκαν μηνύσεις που με εξόντωσαν κυρίως ηθικά και κατά δεύτερο λόγο και οικονομικά. 4) Μου κατέθεσε αγωγή για να του επιστρέφω δήθεν χρήματα που μου έδωσε υπό μορφή εντόκων δανείων και με ταλαιπώρησε ξανά ηθικά και οικονομικά. 5) Δεν μου συμπαραστάθηκε ηθικά ή υλικά στην αρρώστια μου και παρόλο που φιλοξενείται στο σπίτι της μητέρας του στο δεύτερο όροφο της οικοδομής στην οδό ... όπου μένουμε και εμείς (οι γονείς και η αδελφή του) είναι σαν ξένος απέναντι μας, αν και περνά κάθε μέρα μπροστά από την πόρτα μας. Θέλει να αλλάξει το όνομά του για να μην έχει καμία σχέση με την οικογένειά μας, αλλά παρ' όλα αυτά μένει στο σπίτι μας, αν και έχει δικό του φτιάξει. Σαν πατέρας, όπως είπα και παραπάνω, τον συγχωρώ και ό,τι μου έχει κάνει και του εύχομαι να μην γνωρίσει ούτε ο εχθρός μου τις πίκρες που μου προκάλεσε, δεν μπορώ όμως να του αφήσω και τίποτα γιατί αυτά που ξόδεψα εξ αιτίας των ενεργειών του σε πρόστιμα και δικηγόρους, που αποδεικνύονται με τα έγγραφα που φυλάσσω, υπερβαίνουν τη νόμιμη μοίρα του, χωρίς να συνυπολογίσω την ανυπολόγιστη ηθική βλάβη που μου προκάλεσαν οι ενέργειές του, η οποία δεν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα και την επιδείνωση της υγείας μου, καθώς επίσης και αυτά που του προσέφερα όταν ήταν ελεύθερος, που δεν του έλλειψε τίποτα, είχε ό,τι ήθελε, όπως μηχανή, αυτοκίνητο κ.λ.π, αλλά και παντρεμένος. Εύχομαι να μπορέσει να καταλάβει κάποτε το τί μου έκανε και να μετανιώσει για την δική του ψυχική ηρεμία και γαλήνη". Με την ανωτέρω διάταξη της διαθήκης του ο διαθέτης, πατέρας του ενάγοντος, του στέρησε το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας στην ακίνητη κληρονομιαία περιουσία του, για τους παραπάνω λόγους, που αναφέρει σ' αυτήν (διαθήκη). Κατ' αρχήν τα διαλαμβανόμενα στη διαθήκη με τους αριθμούς 2, 3, 4 περιστατικά δεν εμπίπτουν σε κανέναν από τους περιοριστικά αναφερόμενους στο άρθρο 1840 ΑΚ λόγους αποκλήρωσης. Τα μόνα περιστατικά που είναι δηλωτικά της επιλήψιμης συμπεριφοράς του ενάγοντος έναντι του διαθέτη πατέρα του είναι αυτά που αναφέρονται στους με αριθμούς 1 και 5 λόγους αποκλήρωσης, δηλαδή η σε βάρος του τελευταίου τέλεση του πλημμελήματος της εξύβρισης και η μη υλική (όχι ηθική) συμπαράσταση του ενάγοντος στην αρρώστια του, που θα μπορούσαν, υπό προϋποθέσεις, που οφείλει να επικαλεστεί ορισμένα και να αποδείξει η πρώτη εναγομένη, να υπαχθούν στην τέλεση "σοβαρού πλημμελήματος με πρόθεση κατά του διαθέτη" και της "κακόβουλης αθέτησης της εκ του νόμου υποχρέωσης διατροφής του διαθέτη" των περ. 3 και 4 του άρθρου 1840 ΑΚ. Σε σχέση με τους δύο αυτούς λόγους αποδεικνύονται, περαιτέρω, τα ακόλουθα: Οι σχέσεις του ενάγοντος με το διαθέτη πατέρα του υπήρξαν καλές μέχρι το έτος 2005, έκτοτε όμως επιδεινώθηκαν, όταν ο ενάγων πληροφορήθηκε την επικείμενη μεταβίβαση από το διαθέτη και τη σύζυγό του (δεύτερη εναγομένη και μητέρα του ενάγοντος) προς την πρώτη εναγομένη, ως γονική παροχή, ενός αγρού συνιδιοκτησίας των ανωτέρω κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου εκάστου, έκτασης 4.300 τ.μ. στη θέση "..." Δήμου …, η οποία έγινε κατ' αρχήν κατά το δικαίωμα της ψιλής κυριότητας με το υπ' αριθ. …./2007 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου ….,  ολοκληρώθηκε δε με την υπ' αριθ. …/2009 δήλωση παραίτησης από το δικαίωμα επικαρπίας της ως άνω συμβολαιογράφου. Το εν λόγω, ακίνητο, που αποτελούσε το σημαντικότερο περιουσιακό στοιχείο του διαθέτη, περιγράφεται στο προαναφερόμενο συμβόλαιο ως περιέχον διώροφη οικοδομή, αποτελούμενη από υπόγειο βοηθητικό χώρο, ισόγειο όροφο και πρώτο όροφο. Στην πραγματικότητα όμως εντός του ακινήτου υπήρχαν δύο κτίρια με ισόγειο και πρώτο όροφο, αποτελούμενα το μεν ένα από δεκατρία διαμερίσματα προς ενοικίαση (γκαρσονιέρες), που είχε ανεγερθεί το έτος 1988, το δε άλλο από δεκατέσσερις γκαρσονιέρες, που είχε ανεγερθεί κατά τα έτη 1995 - 1996. Ο ενάγων, που εργάζεται από το 1992 στο Δήμο … ως υπάλληλος, προφανώς αισθανόμενος αδικημένος, προέβη σε καταγγελίες προς την Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου …. (Τμήμα Πολεοδομίας) για αυθαίρετες κατασκευές εκ μέρους των γονέων του και αυθαίρετη εκμετάλλευση του ακινήτου (επιχείρηση ενοικιαζομένων δωματίων), με αποτέλεσμα, μετά από τους σχετικούς υπηρεσιακούς ελέγχους, να επιβληθεί στο διαθέτη συνολικό πρόστιμο 119.801,49 ευρώ. Εκτός αυτού, άσκησε κατά του διαθέτη, της μητέρας του και της αδελφής του την υπ' αριθ. κατάθ. …../2007 αγωγή (από την οποία αργότερα παραιτήθηκε), με την οποία, επικαλούμενος αξίωσή του από δάνειο ποσού 338.135 ευρώ προς το διαθέτη και τη μητέρα του, ζητούσε να διαρρηχθούν ως καταδολιευτικές οι αναφερόμενες εκεί μεταβιβάσεις ακινήτων εκ μέρους των ανωτέρω προς την αδελφή του πρώτη εναγομένη. Δημιουργήθηκαν δε και εντάσεις και φραστικά επεισόδια μεταξύ τους και ο ενάγων υπέβαλε κατά του διαθέτη εγκλήσεις για απειλή που δέχτηκε από τον τελευταίο στις 12-11-2006 και 12-11-2007. Δεν αποδείχθηκε όμως ότι ο ενάγων από το 2005 και μετά εξύβριζε τον διαθέτη πατέρα του "σκαιά", με τρόπο δηλαδή που να δικαιολογηθεί την αποκλήρωσή του. Ειδικότερα, ο διαθέτης στην από 9-11-2009 διαθήκη του, αν και δεν αναφέρει συγκεκριμένα εξυβριστικά περιστατικά, εν τούτοις προσδιορίζει τα πλαίσια του εξεταζόμενου λόγου αποκλήρωσης (του σοβαρού πλημμελήματος) ως προς τον χρόνο και τον τόπο αναφέροντας ότι ο ενάγων "επανειλημμένα, κάθε φορά που με συναντούσε (για να μην πω ότι επιδίωκε να με συναντήσει) στο καφενείο όπου σύχναζα από το έτος 2005 μέχρι και πρόσφατα, με εξύβριζε με φράσεις ακατονόμαστες, υποτιμητικές και ανάρμοστες που με προσέβαλαν σαν πατέρα και σαν άνθρωπο". Η εναγομένη στις προτάσεις της αναφέρει μόνο ένα περιστατικό, όταν, κατά τους ισχυρισμούς της, ο ενάγων τέλη Μαρτίου του 2009 συνάντησε στο δρόμο τον πατέρα του και του είπε, γνωρίζοντας ότι έπασχε από καρκίνο, "ακόμα ζεις ρε παλιόγερε; Δεν πας να ψοφήσεις επιτέλους;". Το περιστατικό αυτό επιβεβαιώνει ο εξετασθείς πρωτοδίκως στο ακροατήριο μάρτυράς της (σύζυγός της)...., ο οποίος όμως καταθέτει ότι συνέβη το καλοκαίρι του 2009, όταν ο ενάγων συνάντησε τυχαία τον πατέρα του έξω από το Δημαρχείο …. Ο τρόπος, με τον οποίο περιγράφεται από την πρώτη εναγομένη και το μάρτυρά της το, μεμονωμένο και μοναδικό σε διάστημα 5 περίπου ετών, όπως ο διαθέτης το ορίζει στη διαθήκη του, αυτό περιστατικό, δεν παρέχει πίστη στο Δικαστήριο ότι συνέβη, ούτε είναι ικανό να το οδηγήσει σε πλήρη δικανική πεποίθηση και σε αποδεικτικό πόρισμα για την αλήθεια του συγκεκριμένου λόγου αποκλήρωσης, αφενός μεν διότι, ως πολύ πρόσφατο με το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, θα έπρεπε ο διαθέτης, έστω αυτό, να το αναφέρει στη διαθήκη του, αφετέρου δε διότι δεν εντάσσεται στο πλαίσιο, με το οποίο ο διαθέτης περιγράφει το λόγο της αποκλήρωσης. Σημειωτέον ότι ο ισχυρισμός της πρώτης εναγομένης ότι η οδός …, στον οποίο βρίσκεται το καφενείο, στο οποίο σύχναζε ο πατέρας της και όπου κατά τη διαθήκη πήγαινε ο ενάγων και τον εξύβριζε, με το Δημαρχείο …, όπου κατ' αυτήν συνέβη το περιστατικό που επικαλείται, απέχουν μόλις ένα δρόμο, δεν αποδεικνύεται..... Ενώ δε ο ενάγων και οι μάρτυρές του επικαλούνται δήλωση του ιδιοκτήτη του καφενείου … . ότι ουδέποτε ο ενάγων πήγε και εξύβρισε τον πατέρα του στο καφενείο του, η πρώτη εναγομένη ούτε επικαλείται ούτε αποδεικνύει έστω ένα τέτοιο περιστατικό που συνέβη από το 2005 έως και το χρόνο σύνταξης της διαθήκης. Αναφορικά δε με το δεύτερο λόγο αποκλήρωσης, ότι ο ενάγων δεν συμπαραστάθηκε υλικά στον πατέρα του κατά την αρρώστια του, τον οποίο είχε επικαλεστεί πρωτοδίκως με τις προτάσεις της η πρώτη εναγομένη και επαναφέρει, μη εξετασθέντα πρωτοδίκως, με τις προτάσεις της ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου προς απόκρουση της έφεσης (άρθρο 527 ΚΠολΔ), δεν αποδεικνύεται .... Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη των λόγων της αποκλήρωσης κατά τον χρόνο της σύνταξης της διαθήκης (9-11-2009), η αποκλήρωση του ενάγοντος είναι άκυρη". Ακολούθως δέχθηκε την έφεση κατ' ουσίαν ως προς την αναιρεσείουσα-εναγομένη και, εξαφανίζοντας την πρωτόδικη απόφαση, δέχθηκε την αγωγή του αναιρεσείοντος, αναγνώρισε τόσο ότι είναι άκυρη η κατά τα ανωτέρω γενόμενη αποκλήρωση του ενάγοντος, όσο και το κληρονομικό δικαίωμα της νόμιμης μοίρας του τελευταίου επί της κληρονομίας του κληρονομούμενου πατέρα του. 'Ετσι που έκρινε το Εφετείο, δεν παραβίασε, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, τις προαναφερόμενες διατάξεις ουσιαστικού δικαίου, επί πλέον δε διέλαβε πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες που στηρίζουν το αποδεικτικό του πόρισμα ως προς την κατ' ουσίαν απόρριψη του αγωγικού ισχυρισμού που αφορά την οπουδήποτε και καθ' οιονδήποτε τρόπο εξύβριση του διαθέτη … από τον αναιρεσίβλητο, αμφότεροι δε οι τ' αντίθετα υποστηρίζοντες, αναρίθμητοι, λόγοι αναίρεσης από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ είναι αβάσιμοι. Οι ίδιοι λόγοι, κατά το μέρος που με αυτούς οι αναιρεσείοντες προβάλλουν αιτιάσεις για την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, για τον συσχετισμό και την ανάλυση των αποδείξεων, καθώς και για την επάρκεια και πειστικότητα των επιχειρημάτων, με βάση τα οποία το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατέληξε στο αποδεικτικό του πόρισμα, είναι απαράδεκτοι, διότι πλήττουν την αναιρετικά ανέλεγκτη, κατά την εκτίμηση των αποδείξεων και περί την αποδοχή πραγματικών περιστατικών, κρίση του δικαστηρίου της ουσίας.

Κατ' ακολουθία των ανωτέρω πρέπει ν' απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο (άρθρου 495 παρ. 4 ΚΠολΔ) και να καταδικασθεί οι αναιρεσείουσα στην αναφερόμενη στο διατακτικό δικαστική δαπάνη του αναιρεσίβλητου, κατά το νόμιμο αίτημά του (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ)…»

 



Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος - Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια
https://stefaniasouli.gr/


Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

Γονική αποξένωση και προσβολή προσωπικότητας.


Παρατίθεται κατωτέρω απόσπασμα της υπ.αρ. 124/2021 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ. 


"...I. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητα του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 59 ΑΚ στις περιπτώσεις των δύο προηγουμένων άρθρων (στα οποία περιλαμβάνεται και το άρθρο 57) το δικαστήριο με την απόφαση του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που είχε προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνιστάται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Με τις ανωτέρω διατάξεις προστατεύεται το δικαίωμα της προσωπικότητας, το οποίο αποτελεί πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου, με το οποίο είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο, στα προστατευόμενα δε σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις αγαθά εντάσσονται και η τιμή και η υπόληψη του φυσικού προσώπου, η ψυχική υγεία και ο συναισθηματικός κόσμος του ανθρώπου, καθώς και η ελευθερία και ειδικότερα η ελευθερία για ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου, η οποία αναφέρεται και στις σχέσεις αυτού προς τους άλλους ανθρώπους. Η κατά τα άνω παρεχόμενη προστασία του δικαιώματος της προσωπικότητας περιλαμβάνει θετικώς μεν τη δυνατότητα του ατόμου να μετέρχεται όλες τις εξουσίες που περικλείονται στο άνω δικαίωμα και να απολαμβάνει όλων των αγαθών που το δικαίωμα αυτό διασφαλίζει, αρνητικώς δε τη δυνατότητα του ατόμου να αποκρούει κάθε παράνομη προσβολή του εν λόγω δικαιώματος και να αξιώνει υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις και αποκατάσταση της ηθικής βλάβης με καταβολή χρηματικής ικανοποίησης. Προϋποθέσεις για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων των άρθρων 57 και 59 ΑΚ είναι η προσβολή του δικαιώματος της προσωπικότητας και η προσβολή αυτή να είναι παράνομη, οπότε ο προσβαλλόμενος δικαιούται να απαιτήσει την άρση της προσβολής και την παράλειψη της στο μέλλον, χωρίς τη συνδρομή υπαιτιότητας (αντικειμενική ευθύνη), ενώ για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης απαιτείται και υπαιτιότητα εκείνου από τον οποίο προέρχεται η προσβολή. Για την επιδίκαση δε χρηματικής ικανοποίησης κατά το άρθρο 59 ΑΚ απαιτείται η προκαλούμενη από την παράνομη προσβολή ηθική βλάβη να είναι σημαντική (ΕφΠειρ 716/2006 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, Γεωργιάδη - Σταθόπουλου Αστ. Κωδ, υπ' άρθρο 59, αριθμ. 8), ενώ το άρθρο 59 ΑΚ δεν κάνει αποκλειστικά, λόγο για χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, καθόσον είναι αποδεκτά και άλλα μέσα που έχουν τη δύναμη να εξαλείψουν την ηθική βλάβη του προσβληθέντος (ορ. και Φουντεδάκη, σε Απ. Γεωργιάδη, ΣΕΑΚ, τ. I, υπ' άρθρο 59, αριθμ. 24, 25). Παράνομη είναι η προσβολή η οποία γίνεται χωρίς δικαίωμα ή κατ' ενάσκηση μεν δικαιώματος, το οποίο όμως είτε είναι, από άποψη έννομης τάξεως, μικρότερης σπουδαιότητας, είτε ασκείται υπό περιστάσεις καθιστώσες την άσκηση αυτού καταχρηστική σύμφωνα με το άρθρο 281 ΑΚ (ΕφΠειρ 716/2006 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ). Τέλος, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 57 έως 60, 297, 298, 299, 914, 932 ΑΚ και 947§1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η επί παραλείψει αγωγή που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 57 - 60 ΑΚ, μπορεί να εγερθεί, στην περίπτωση κατά την οποία, κατά τα εκτεθέντα, προσβάλλεται η προσωπικότητα του ανθρώπου, σωρευτικά με τις λοιπές περί αποζημιώσεως και χρηματικής ικανοποίησης αξιώσεις, υπό την προϋπόθεση ότι, είτε εχώρησε ήδη προσβολή, είτε και ανεξάρτητα από προηγούμενη προσβολή, εφ' όσον υφίσταται βάσιμη απειλή επικείμενης προσβολής (Απ. Γεωργιάδης, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, 2Π εκδ., §12 αριθμ. 22, Φουντεδάκη σε Απ. Γεωργιάδη ΣΕΑΚ, τ. I, υπ' άρθρο 57, αριθμ. 38).

 

II. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1510, 1511, 1518, 1520 ΑΚ προκύπτει ότι σκοπός του απολύτως προσωπικού δικαιώματος και καθήκοντος επικοινωνίας μεταξύ γονέα και τέκνου είναι η διατήρηση του ψυχικού τους δεσμού και η δυνατότητα άμεσης γνώσης από το γονέα, με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, για την ανάπτυξη της προσωπικότητας, την πνευματική ανάπτυξη και την παρακολούθηση της εν γένει κατάστασης αυτού. Η άσκηση δε της επικοινωνίας μεταξύ γονέα και τέκνου που απορρέει από το φυσικό δεσμό αίματος αυτών, ως αμοιβαία έκφραση αισθημάτων αγάπης, συμπάθειας, ενδιαφέροντος και στοργής, αμβλύνει τις δυσμενείς συνέπειες της ανώμαλης εξέλιξης της έγγαμης συμβίωσης και συντελεί στην πνευματική και ηθική ανάπτυξη, τη συναισθηματική ολοκλήρωση και ψυχική ισορροπία και των δύο, αποβλέποντας ιδίως στο καλώς εννοούμενο συμφέρον του τέκνου. Τυχόν δε αδικαιολόγητη παρεμπόδιση της επικοινωνίας συνιστά ενδεχομένως καταχρηστική άσκηση της γονικής μέριμνας, με τις συνέπειες των άρθρων 1532-1533 ΑΚ ή στοιχειοθετεί μεταβολή των συνθηκών ικανή να προκαλέσει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1536 ΑΚ, μεταρρύθμιση της σχετικής δικαστικής απόφασης. Στα πλαίσια αυτά οι γονείς πρέπει να αποφεύγουν κάθε ενέργεια που δεν ανταποκρίνεται στο πραγματικό συμφέρον του τέκνου και να μεριμνούν, ώστε αυτό να παραμείνει αλώβητο, εκτός του πεδίου των προσωπικών τους εντάσεων. Πολύ περισσότερο ο ασκών τη γονική μέριμνα, στη θετική συνδρομή του οποίου απόκειται η ουσιαστική πραγματοποίηση της επικοινωνίας, υποχρεούται να απέχει από κάθε ενέργεια, που μπορεί άμεσα ή έμμεσα να οδηγήσει στην παρεμπόδιση της, και οι δύο δε οφείλουν αμοιβαίο σεβασμό και συνεργασία μεταξύ τους, προκειμένου να μη θίγονται με τη συμπεριφορά του καθενός από αυτούς τα δικαιώματα του άλλου (ΕφΘεσ 1324/2001 ΝΟΜΟΣ). Η παρεμπόδιση, δε, της επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο θα μπορεί κατά περίπτωση να εκτιμηθεί και ως προσβολή της προσωπικότητας του πρώτου (ορ. Λαδογιάννη σε Απ. Γεωργιάδη ΣΕΑΚ, υπ' άρθρο 1520 αριθμ. 11 με τις εκεί παραπομπές), καθόσον η επικοινωνία του γονέα με το τέκνο του ασκεί ευεργετική επίδραση στο συναισθηματικό του κόσμο, ο οποίος κατά τα αναλυόμενα στην πρώτη νομική σκέψη της παρούσας αποτελεί στοιχείο της προσωπικότητας του ατόμου, έτσι ώστε η παρεμπόδιση της ασκήσεως του δικαιώματος αυτού να συνιστά προσβολή του απόλυτου δικαιώματος στην προσωπικότητα, η οποία γεννά αξίωση άρσης της προσβολής και παράλειψης της στο μέλλον καθώς και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης κατά τα προεκτεθέντα (πρβλ. ΜΠρΘεσ 8513/2018 ΝΟΜΟΣ για το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με ενήλικο τέκνο του).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων, με την υπό κρίση αγωγή του εκθέτει ότι με την εναγόμενη - πρώην σύζυγο του και από το μεταξύ τους ήδη λυθέντα αμετακλήτως γάμο έχουν αποκτήσει ένα τέκνο, τον ..., γεννηθέντα την ….2015. Ότι με την υπ' αριθμ. 700/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ανατέθηκε η επιμέλεια του ως άνω ανήλικου τέκνου στη νυν εναγόμενη - μητέρα του και ρυθμίσθηκε η επικοινωνία του ενάγοντος με αυτό κατά τον αναφερόμενο τρόπο, ληφθέντων υπ' όψιν και των ιδιαιτεροτήτων της εργασίας του ως ναυτικού και της εξ αυτής απουσίας του για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ότι η εναγόμενη επί μήνες παραβιάζει συστηματικά την επικοινωνία του με το ανήλικο τέκνο τους, με αποτέλεσμα ο ενάγων να έχει πλέον απωλέσει κάθε επαφή μαζί του, καθώς τελευταία φορά συνάντησε τον υιό του την 10η Ιουλίου 2018, ενώ δεν μπορεί ούτε τηλεφωνικά να επικοινωνήσει μαζί του. Ότι για το λόγο αυτό έχει υποβάλει εναντίον της εναγομένης τις αναφερόμενες μηνύσεις για παρεμπόδιση επικοινωνίας με το ανήλικο τέκνο τους και έχει διαμαρτυρηθεί και με την κοινοποίηση εξωδίκου. Ότι ειδικότερα η εναγόμενη έχει αδικαιολόγητα παρεμποδίσει την επικοινωνία του με τον υιό του καθημερινά από την 10η.07.2018 έως την 27η.07.2018, την 20η.08.2018, την 3η.11.2018, την 5η.11.2018 και την 14η.1.2018, δηλαδή εντός χρονικού διαστήματος πέντε (5) μηνών παρεμπόδισε την επικοινωνία πατέρα - τέκνου είκοσι μία (21) φορές και επί πλέον παρεμπόδισε την επικοινωνία με βιντεοκλήση την 6η.12.2018, ημέρα της ονομαστικής εορτής του τέκνου (22η φορά). Ότι το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο που δεν διαμένει μαζί του είναι δικαίωμα λειτουργικό του γονέα, δηλαδή οικογενειακό δικαίωμα, αλλά ταυτόχρονα και δικαίωμα που απορρέει από την προσωπικότητα του γονέα, θεμελιούμενο στο άρθρο 1520 § 1 ΑΚ, το οποίο αποτελεί εξειδίκευση του άρθρου 5 § 1 του Συντάγματος για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και επομένως η εναγόμενη με την αδικαιολόγητη παρεμπόδιση της επικοινωνίας του με τον υιό του και μάλιστα είκοσι δύο (22) φορές προσέβαλε παράνομα και υπαίτια την προσωπικότητα του. Σύμφωνα με το ιστορικό αυτό, ζητεί να υποχρεωθεί η εναγόμενη να άρει την προσβολή της προσωπικότητας του και να την παραλείπει στο μέλλον, ήτοι να υποχρεωθεί να επιτρέπει ανεμπόδιστα την επικοινωνία του με τον υιό τους … σύμφωνα με το διατακτικό της υπ' αριθμ. 700/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, και επίσης ζητεί να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης, νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, το ποσό των 22.000 ευρώ, ήτοι το ποσό των 1.000 ευρώ για κάθε μία από τις 22 παραβιάσεις της επικοινωνίας του με τον υιό τους, το οποίο είναι εύλογο και δίκαιο, λαμβανομένης υπ' όψιν της συχνότητας των προσβολών που τελούνται καθ' υποτροπή από την εναγόμενη, της μεγάλης χρονικής διάρκειας τους που καλύπτει χρονικό διάστημα πέντε (5) μηνών και των αναφερόμενων οικονομικών δυνατοτήτων της εναγομένης. Τέλος, ζητεί να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή, δεδομένου του συνεχούς χαρακτήρα των παραβιάσεων της επικοινωνίας, ώστε να λειτουργήσει και άμεσα κυρωτικά για την αποτροπή νέων παραβιάσεων στο μέλλον, καθώς και να επιβληθούν τα δικαστικά του έξοδα σε βάρος της εναγομένης.

 

Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση αγωγή αρμόδια και παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο για την εκδίκαση της (άρθρα 18, 22, 31 §2 ΚΠολΔ), κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία. Η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, απορριπτόμενων των περί του αντιθέτου αιτιάσεων της εναγομένης, καθώς αυτές αφορούν την ουσία της υπόθεσης. Περαιτέρω και σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στις μείζονες σκέψεις της παρούσας η αγωγή είναι και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 299, 340, 346, 914, 932, 1520 ΑΚ και 176, 907, 908 § 1 εδ. δ' ΚΠολΔ, απορριπτόμενων και πάλι των σχετικών αντιρρήσεων της εναγομένης, καθόσον κατά τα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο η εκ μέρους της εναγομένης παρεμπόδιση της επικοινωνίας πατέρα - τέκνου είναι συστηματική και επαναλαμβανόμενη, οπότε οι σχετικοί ισχυρισμοί, αληθείς υποτιθέμενοι, θεμελιώνουν το πραγματικό εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 57, 59 ΑΚ. Σημειωτέον ότι το αίτημα περί παράλειψης ορισμένης συμπεριφοράς στο μέλλον είναι νόμιμο, διότι από τις εκτιθέμενες στην αγωγή επανειλημμένες και πολυάριθμες (22) παραβιάσεις του δικαιώματος επικοινωνίας πατέρα - τέκνου συνάγεται ότι υφίσταται και κίνδυνος επικείμενης προσβολής στο μέλλον. Πρέπει, επομένως, η υπό κρίση αγωγή να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί από τον ενάγοντα το απαιτούμενο νόμιμο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (σχετικό το προσκομιζόμενο ηλεκτρονικό παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, σε συνδυασμό με την από ….2019 βεβαίωση πληρωμής).

 

Από τις υπ' αριθμ. ./18.03.2019, ./18.03.2019 και ./18.03.2019 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ..., ... και της ..., αντίστοιχα, ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ..., τις οποίες επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων και την υπ' αριθμ. ./15.03.2019 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρος ... ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αμαρουσίου που επικαλείται και προσκομίζει η εναγόμενη, ένορκες που όλες ελήφθησαν μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της αντίδικης πλευράς (άρθρο 422 ΚΠολΔ), από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, χωρίς όμως να λαμβάνεται υπ' όψιν η επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα από 3.04.2019 δήλωση του …, η οποία αποτελεί ανεπίτρεπτο αποδεικτικό μέσο, διότι όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της σε συνδυασμό και με το χρόνο που δόθηκε έγινε επίτηδες για να χρησιμοποιηθεί στην προκείμενη δίκη (ΟλΑΠ 8/1987 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1772/2014 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 394/2012, ΑΠ 311/2012, ΑΠ 667/2009, ΑΠ 100/2007, ΑΠ 109/2004, ΑΠ 431/2002 ΝΟΜΟΣ), από την αποτελούσα (κατ' άρθρο 352§1 ΚΠολΔ) πλήρη απόδειξη δικαστική ομολογία της εναγομένης που περιλαμβάνεται στις προτάσεις της και αναφέρεται ειδικότερα παρακάτω, από τα δικαστικά τεκμήρια που συνάγονται από την προσκομιζόμενη με επίκληση από αμφότερες τις διάδικες πλευρές υπ' αριθμ. 700/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (εκδοθείσα κατά την εκούσια δικαιοδοσία), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι είναι πρώην σύζυγοι, καθόσον ο μεταξύ τους γάμος, τελεσθείς την … .2014, έχει λυθεί αμετάκλητα με συναινετικό διαζύγιο, δυνάμει της υπ' αριθμ. 700/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Από το γάμο τους αυτό οι διάδικοι έχουν αποκτήσει ένα τέκνο, τον ..., γεννηθέντα την …2015. Με την ως άνω 700/2018 απόφαση επικυρώθηκε η από 26.09.2017 έγγραφη συμφωνία των διαδίκων και ανατέθηκε η επιμέλεια του ως άνω ανήλικου τέκνου στη νυν εναγόμενη - μητέρα του, καθορίσθηκε η μηνιαία διατροφή που οφείλει ο νυν ενάγων να καταβάλει για λογαριασμό του ανήλικου τέκνου (450 ευρώ κατά τα χρονικά διαστήματα που θα είναι άνεργος και 500 ευρώ κατά τα χρονικά διαστήματα που θα εργάζεται) και ρυθμίσθηκε η επικοινωνία του νυν ενάγοντος - πατέρα με το ανήλικο τέκνο με τον ακόλουθο τρόπο, με δεδομένο ότι αυτός εργάζεται ως ναυτικός (πλοίαρχος), με αποτέλεσμα να ταξιδεύει συνεχώς κατά μεγάλα χρονικά διαστήματα στη διάρκεια του έτους: «Η επικοινωνία του πατέρα με το τέκνο θα γίνεται ελεύθερα οποτεδήποτε. Όταν ο πρώτος συμβαλλόμενος θα βρίσκεται στην Αθήνα θα παραλαμβάνει και παραδίδει το τέκνο στην κατοικία της μητέρας του στην οδό ... στην Κηφισιά, ή στην εξοχική της κατοικία στον Ωρωπό. Όταν ο πατέρας θα βρίσκεται σε υπηρεσία, η επικοινωνία θα γίνεται τηλεφωνικά, ή με βιντεοκλήση (skype) ή άλλο παρεμφερή τρόπο. Ο πατέρας επίσης θα επικοινωνεί με το τέκνο τα Χριστούγεννα επτά ημέρες εναλλάξ το ένα έτος, αρχής γενομένης από το 2017, από 24/12 ώρα 10.00 έως 30/12 ώρα 18.00 και το άλλο από 31/12 ώρα 10.00 έως 6/1 ώρα 18.00, το Πάσχα επτά ημέρες εναλλάξ, αρχής γενομένης από το 2018, το ένα έτος από Μεγάλη Δευτέρα ώρα 10.00 έως Κυριακή του Πάσχα ώρα 18.00 και το άλλο από Δευτέρα του Πάσχα ώρα 10.00 έως Κυριακή του Θωμά ώρα 18.00. Θα επικοινωνεί επίσης τριάντα ημέρες το καλοκαίρι, που θα προσδιορίζονται με συμφωνία των γονέων. Κατά τα χρονικά αυτά διαστήματα η μητέρα δικαιούται να επικοινωνεί με το τέκνο καθημερινά με βιντεοκλήση ή τηλεφωνικά. Στις δύο ονομαστικές εορτές και τα γενέθλια του τέκνου, ο πρώτος συμβαλλόμενος, θα παραλαμβάνει το τέκνο για τέσσερις (4) ώρες κατόπιν συνεννοήσεως με τη μητέρα». Εντούτοις η τελευταία φορά που ο ενάγων επικοινώνησε δια ζώσης με τον ανήλικο υιό του ήταν η 9η Ιουλίου 2018 (ως και η εναγόμενη ομολογεί στις προτάσεις της, σελίδα 13, σειρές 8η επ.), ενώ δεν μπορεί ούτε τηλεφωνικά να επικοινωνήσει μαζί του. Για το λόγο αυτό ο ενάγων την 16η.07.2018 υπέβαλε μήνυση στο Α.Τ. Ωρωπού κατά της εναγομένης για παραβίαση της ως άνω 700/2018 δικαστικής απόφασης λόγω παρεμπόδισης της επικοινωνίας του με το τέκνο τους κατά το χρονικό διάστημα από 10.7.2018 έως 16.7.2018, στην οποία ανέφερε ότι η εναγόμενη, προκειμένου να μην έχει η ίδια καμία επαφή μαζί του, έχει αναθέσει την παράδοση του τέκνου στον πατέρα της ... και ότι ο τελευταίος κάθε φορά προβάλλει εμπόδια στην επικοινωνία, ισχυριζόμενος ότι το τέκνο δεν είναι έτοιμο να δεχτεί τον πατέρα του και ότι πρέπει αυτός να επισκεφτεί παιδοψυχολόγο, επιπλέον, δε, σε κάθε προσωπική επικοινωνία του ενάγοντος με το τέκνο παρευρίσκεται και ο ως άνω εκ μητρικής γραμμής παππούς, ο οποίος επηρεάζει το τέκνο να μην θέλει την παρουσία του πατέρα του. Για το ίδιο αδίκημα ο ενάγων υπέβαλε κατά της εναγομένης και δεύτερη μήνυση την 23η.07.2018 στο Α.Τ. Κηφισιάς, εκθέτοντας ότι εξακολουθούσε να μην έχει καμία επαφή με τον ανήλικο υιό του, παρά το ότι καθημερινά κατά το χρονικό διάστημα από 10.07.2018 έως 23.07.2018 πραγματοποιούσε κλήσεις και βιντεοκλήσεις προς την τηλεφωνική σύνδεση κινητής τηλεφωνίας με αριθμό ..., καθόσον το εν λόγω τηλέφωνο είναι μόνιμα κλειστό, ενώ την 23η.07.2017 μετέβη στην οικία της εναγομένης στην Κηφισιά στην οδό ... αλλά δεν βρήκε κανέναν. Την 26η.07.2018 η εναγόμενη επέδωσε στον ενάγοντα την από 21.07.2018 εξώδικη απάντηση - διαμαρτυρία - πρόσκληση και δήλωση, με την οποία εξέθετε ότι ο ηλικίας τότε δυόμιση (2,5) ετών υιός τους εξέφραζε αρνητικότητα προς το πρόσωπο του ενάγοντος - πατέρα του και κάθε φορά που ο τελευταίος ήθελε να επικοινωνήσει μαζί του το τέκνο αντιδρούσε πολύ έντονα και εξέφραζε δυσφορία, με αποτέλεσμα να αναγκάζεται είτε η ίδια είτε ο πατέρας της να παρευρίσκονται κατά την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας ώστε να μετριάζουν την άρνηση του τέκνου προς τον ενάγοντα και να φροντίζουν να είναι πιο δεκτικό απέναντι του. Ανέφερε επίσης η εναγόμενη στο ως άνω εξώδικο της ότι είχε απευθυνθεί σε παιδοψυχολόγο προκειμένου να τον συμβουλευτεί για την αντιμετώπιση του τέκνου στη μεταβατική περίοδο του διαζυγίου, η οποία τη συμβούλευσε να μην πιέζει το τέκνο να επικοινωνήσει με τον πατέρα του εφόσον αυτό δεν το επιθυμεί, ενώ ταυτόχρονα καλούσε τον ενάγοντα να απευθυνθεί και ο ίδιος σε κάποιον ειδικό για να του δώσει τις κατευθυντήριες γραμμές ούτως ώστε η επικοινωνία του με το τέκνο να γίνεται με ομαλό τρόπο και με πλήρη αποδοχή από το ίδιο. Ο ενάγων απάντησε με την από 6.08.2018 εξώδικη απάντηση - διαμαρτυρία - πρόσκληση - δήλωση του, επιδοθείσα στην εναγόμενη την 7η.08.2018, με την οποία ισχυριζόταν ότι την όποια αρνητική διάθεση του τέκνου απέναντι του, την οποία ο ίδιος αρνείτο, την καλλιεργούσε η εναγόμενη - μητέρα του και ο πατέρας αυτής, ..., παραπονιόταν για την αδυναμία επικοινωνίας στο ως άνω κινητό τηλέφωνο με αριθμό ... και τέλος καλούσε την εναγόμενη να αποκαταστήσει την ρυθμισμένη δια της υπ' αριθμ. 700/2018 απόφασης τηλεφωνική και διά ζώσης επικοινωνία του με το ανήλικο τέκνο. Την 10η.08.2018 ο ενάγων κατέθεσε στο Α.Τ. Ωρωπού την από 30.7.2018 εισαγγελική παραγγελία, βάσει της οποίας έγιναν συστάσεις στην εναγόμενη (σχετικό το από 10.08.2018 απόσπασμα από το βιβλίο αδικημάτων και συμβάντων του Α.Τ. Ωρωπού). Εν συνεχεία, την 25η.08.2018, ο ενάγων υπέβαλε στο Α.Τ. Κίσσαμου Χανίων Κρήτης και πάλι μήνυση κατά της εναγομένης για παραβίαση της υπ' αριθμ. 700/2018 δικαστικής απόφασης και παρεμπόδιση της επικοινωνίας με τον υιό του και για άρνηση ανταπόκρισης στις καθημερινές κλήσεις και βιντεοκλήσεις του προς το ως άνω κινητό τηλέφωνο με αριθμό ... κατά το χρονικό διάστημα από 10.07.2018 έως 25.08.2018. Την 3η.11.2018 ο ενάγων υπέβαλε μήνυση στο Α.Τ. Κηφισιάς κατά της εναγομένης για παρεμπόδιση της επικοινωνίας του με τον υιό τους την 1η.11.2018, διότι την ημέρα εκείνη, κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας της εναγομένης με τη μητέρα του ενάγοντος ... ζητήθηκε να γίνει συνάντηση στο εμπορικό κέντρο «.», παρουσία και της μητέρας και της αδελφής του ενάγοντος και η εναγόμενη εμφανίστηκε χωρίς το ανήλικο τέκνο. Την 5η.11.2018, παραμονή των γενεθλίων του τέκνου και περί ώρα 10 π.μ. ο ενάγων προσήλθε έξωθεν της οικίας της εναγομένης στην Κηφισιά για να παραλάβει το τέκνο για τέσσερις (4) ώρες, πλην όμως η εναγομένη δεν εμφανίσθηκε, ενώ ουδείς αποκρίθηκε όταν οι κληθέντες από τον ενάγοντα αστυνομικοί χτύπησαν το κουδούνι της οικίας της εναγομένης (σχετικό το από 5.11.2018 απόσπασμα ημερήσιου δελτίου οχήματος του υπ' αριθμ. ΕΑ-.). Την 14η.11.2018 ο ενάγων επισκέφθηκε τον παιδικό σταθμό ... στην οδό … στην Κηφισιά, όπου φοιτά το τέκνο, προκειμένου να το συναντήσει, αλλά η εναγομένη δεν επέτρεψε την επικοινωνία (σχετικό το από 14.11.2018 αντίγραφο ημερησίου δελτίου οχήματος του Α.Τ. Κηφισιάς). Από όλα τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι η εναγόμενη παρεμποδίζει την επικοινωνία του ενάγοντος - πρώην συζύγου της με το ανήλικο τέκνο τους, η οποία σύμφωνα με το διατακτικό της υπ' αριθμ. 700/2018 απόφασης τους Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών έχει ορισθεί να γίνεται ελεύθερα οποτεδήποτε. Οι ισχυρισμοί της εναγομένης ότι ο ενάγων εκμεταλλεύεται το δικαίωμα ελεύθερης επικοινωνίας που έχει με τέκνο τους βάσει της ως άνω απόφασης και απαιτεί να ασκεί αυτό χωρίς να έχει προηγηθεί συνεννόηση με την ίδια και χωρίς να λαμβάνει υπ' όψιν το καθημερινό πρόγραμμα και τις ανάγκες του τέκνου, δεν αποδείχθηκαν από κανένα αποδεικτικό μέσο και ως εκ τούτου η επιχειρούμενη να θεμελιωθεί στους ισχυρισμούς αυτούς ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος κατ' άρθρο 281 ΑΚ πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ' ουσίαν. Ομοίως ουδόλως αποδείχθηκαν οι ισχυρισμοί της εναγομένης περί αρνητικής στάσης του τέκνου απέναντι στον ενάγοντα πατέρα του, μη αρκούσης μόνης της προεκτεθείσας υπ' αριθμ. ./2019 ένορκης βεβαίωσης της μητέρας της εναγομένης, η οποία κατέθεσε ότι «το παιδί μετά την επικοινωνία με τον πατέρα του συχνά είχε ένταση, ενώ όταν του αναφέραμε ότι θα έβλεπε τον πατέρα του εκδήλωνε άρνηση». Εξάλλου, η εναγόμενη ως έχουσα την επιμέλεια οφείλει κατά τα εκτιθέμενα και στο οικείο σημείο της δεύτερης μείζονας σκέψης να συνδράμει στην ουσιαστική πραγματοποίηση της επικοινωνίας του τέκνου με τον ενάγοντα - πατέρα του, ενθαρρύνοντας αυτήν και προετοιμάζοντας κατάλληλα το τέκνο, λαμβανομένης υπ' όψιν και της ιδιαίτερα νεαρής ηλικίας αυτού [τριών (3) χρονών κατά το χρόνο κατάθεσης της αγωγής] και του γεγονότος ότι η διάσταση των διαδίκων - γονέων του επήλθε πριν καν αυτό συμπληρώσει τον πρώτο χρόνο της ζωής του (….2015 η γέννηση του τέκνου, 28.09.2016 η διακοπή της συμβίωσης, ως αναγράφεται στο από 14.11.2016 ιδιωτικό συμφωνητικό των διαδίκων) και επομένως δεν έχει μνήμες από τους γονείς του ως ζευγάρι και ευλόγως δεν πρόλαβε να αναπτύξει σχέση με τον πατέρα του. Συνεπώς, η καλή διάθεση και η συνεργασία εκ μέρους της εναγόμενης μητέρας είναι προϋποθέσεις απολύτως απαραίτητες προκειμένου ο ανήλικος ... να σφυρηλατήσει ισχυρούς δεσμούς και με τον μη έχοντα την επιμέλεια ενάγοντα - πατέρα του, δεσμοί που και κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας είναι ιδιαίτερα σημαντικοί για την αρμονική ανάπτυξη της προσωπικότητας του, τη συναισθηματική και ψυχική του ισορροπία και τη γενικότερη θετική μελλοντική του εξέλιξη. Σημαντικό προς την κατεύθυνση αυτή είναι το γεγονός ότι η εναγόμενη έχει ήδη από το Σεπτέμβριο του έτους 2017 απευθυνθεί σε σύμβουλο ψυχικής υγείας για να διαχειριστεί τις συναισθηματικές δυσκολίες του τέκνου λόγω του χωρισμού της με τον ενάγοντα, ως αποδεικνύεται από το από Σεπτεμβρίου 2018 έγγραφο της συμβούλου ψυχικής υγείας .... Ωστόσο από το έγγραφο αυτό ουδόλως αποδεικνύεται ότι ο ενάγων αρνήθηκε να συναντήσει την ως άνω επαγγελματία, ως διατείνεται η εναγόμενη, καθόσον στο εν λόγω έγγραφο αναγράφεται μόνο ότι «από την πλευρά μου [...] ζητήθηκε από την κ. ... συνάντηση - επικοινωνία και με τον πατέρα του παιδιού, σύμφωνα όμως με την κ. ... ο ίδιος την αρνήθηκε», ενώ το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η ως άνω επαγγελματίας - παιδοψυχολόγος είναι ότι «η ευημερία του παιδιού θα εξαρτηθεί από την ικανότητα του να διατηρήσει στενή συναισθηματική επαφή και με τους δύο γονείς, όπως και από την ποιότητα της σχέσης του παιδιού με τον κάθε γονέα χωριστά». Εντούτοις η εναγόμενη στην πράξη όχι μόνο δεν διευκολύνει αλλά παρεμποδίζει, ως ανωτέρω αναλύθηκε, την επικοινωνία του ενάγοντος με το τέκνο τους, παρεμπόδιση που συνιστά παράνομη και υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας του τελευταίου, καθόσον έχει αποξενωθεί από το τέκνο του, το οποίο βρίσκεται σε κρίσιμη ηλικία για τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του και των σχέσεων του με τους οικείους του. Πρέπει επομένως να υποχρεωθεί η εναγόμενη να άρει την προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος και να την παραλείπει στο μέλλον, ήτοι να υποχρεωθεί να επιτρέπει ανεμπόδιστα την επικοινωνία του ενάγοντος με τον ανήλικο υιό τους ... σύμφωνα με το διατακτικό της υπ' αριθμ. 700/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Η ηθική βλάβη του ενάγοντος συνιστάμενη στην αποξένωση από το τέκνο του και την εξ αυτής πίκρα, απογοήτευση, στενοχώρια και ακύρωση του πατρικού ρόλου δεν μπορεί να αποκατασταθεί με καταβολή χρηματικού ποσού εκ μέρους της εναγομένης, αλλά με την στο εξής συμμόρφωση της τελευταίας στα οριζόμενα από την υπ' αριθμ. 700/2018 απόφαση σχετικά με τη ρύθμιση της επικοινωνίας πατέρα - υιού. Η με την αρωγή της εναγομένης εξομάλυνση της επικοινωνίας, η εμπέδωση στα μάτια του τέκνου της πατρικής φιγούρας του ενάγοντος και η αγαστή συνεργασία των διαδίκων στα θέματα που αφορούν το τέκνο τους θα αποκαταστήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την ηθική βλάβη του ενάγοντος.

 

Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει η ένδικη αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και κατ' ουσίαν κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο διατακτικό, ενώ η παρούσα απόφαση πρέπει να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, διότι κρίνεται ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στον ενάγοντα και προκειμένου να αποκατασταθεί το ταχύτερο δυνατό η επικοινωνία του με τον ανήλικο υιό του. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εναγομένης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρα 106, 178 και 191 §2 ΚΠολΔ).

  

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ


ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλία των διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

 

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να άρει την προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος και να την παραλείπει στο μέλλον, και ειδικότερα την υποχρεώνει να επιτρέπει ανεμπόδιστα αλλά και να διευκολύνει την επικοινωνία του ενάγοντος με τον ανήλικο υιό τους ... σύμφωνα με το διατακτικό της υπ' αριθμ. 700/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (εκδοθείσας κατά την εκούσια δικαιοδοσία)

 

ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση προσωρινώς εκτελεστή.

 

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, το οποίο ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ..." 



Στεφανία Σουλή 

Δικηγόρος - Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια 

https://stefaniasouli.gr/