Κατά το άρθρο 134 § 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ: "αν το πρόσωπο στο οποίο γίνεται η επίδοση διαμένει ή έχει την έδρα του στο εξωτερικό, η επίδοση γίνεται στον εισαγγελέα του δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί ή πρόκειται να εισαχθεί η δίκη ή σε αυτό που εξέδωσε την επιδιδόμενη απόφαση...". Η διάταξη αυτή, με την οποία καθιερώνεται νόμιμη κλήτευση με πλασματική επίδοση στον εισαγγελέα, όταν εκείνος προς τον οποίο γίνεται η επίδοση έχει γνωστή διεύθυνση στο εξωτερικό, εξακολουθεί να ισχύει και μετά την κύρωση με το νόμο 1334/1983 της από 15 Νοεμβρίου 1965 διεθνούς συμβάσεως της Χάγης, η οποία δεν καταργεί τις περί επιδόσεως διατάξεις του εσωτερικού δικαίου των χωρών που την υπέγραψαν, αλλά αποκλείει να θεωρηθεί η πλασματική αυτή επίδοση ως ολοκληρωθείσα με την απλή παράδοση του επιδοτέου εισαγωγικού δίκης ή άλλου ισοδυνάμου δικογράφου στον εισαγγελέα, όπως ορίζει το κατά τούτο καταργηθέν άρθρο 136 § 1 ΚΠολΔ, δηλαδή ανεξάρτητα από το αν αυτό απεστάλη στο εξωτερικό και παραλήφθηκε από εκείνον προς τον οποίο γίνεται η επίδοση κατά τον οριζόμενο στην προαναφερόμενη σύμβαση τρόπο (άρθρα 15 και 16 της συμβάσεως αυτής), ώστε να διασφαλίζεται η θεμελιώδης αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως. Ειδικότερα, με τις διατάξεις της πιο πάνω διεθνούς συμβάσεως, η οποία τέθηκε σε ισχύ ως προς την Ελλάδα από τις 18.9.1983, σύμφωνα με την από 3/17.8.1983 ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών, έχοντας ειδικότερα την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 § 1 του Συντάγματος, ρυθμίστηκαν τα της επιδόσεως και κοινοποιήσεως στο εξωτερικό δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις, όταν είναι γνωστή η διεύθυνση του παραλήπτη της πράξεως στο εξωτερικό. Τη σύμβαση αυτήν έχει επικυρώσει και η Ρωσική Ομοσπονδία με έναρξη ισχύος την 1-12-2001 (σχετικό το υπ’ αριθ. πρωτ.11273/2004 έγγραφο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Τμήμα Διεθνούς Δικ. Συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις). Κατά την § 1 του άρθρου 15 της συμβάσεως αυτής: "εάν μία πράξη δίκης ή ισοδύναμη πράξη χρειαστεί να διαβιβαστεί για το σκοπό επίδοσης ή κοινοποίησης στο εξωτερικό σύμφωνα με τις διατάξεις της σύμβασης αυτής και αν ο εναγόμενος δεν προσέλθει, ο δικαστής υποχρεούται να αναβάλει την έκδοση αποφάσεως εφ` όσον χρόνο δεν διαπιστώνεται ότι: α) Είτε ότι η πράξη επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε σύμφωνα με τον τύπο τον προδιαγραφόμενο από τη νομοθεσία του κράτους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων που συντάχθηκαν σ` αυτό το κράτος και που προορίζονται για άτομα που βρίσκονται στο έδαφος του β) Είτε ότι η πράξη επιδόθηκε πράγματι στον εναγόμενο ή στην κατοικία του σύμφωνα με άλλη διαδικασία που προβλέπεται στη σύμβαση αυτή και ότι σε κάθε μία απ` αυτές τις περιπτώσεις είτε η επίδοση είτε η κοινοποίηση ή η παράδοση έγιναν έγκαιρα ώστε να μπορέσει ο εναγόμενος να υπερασπιστεί τον εαυτό του". Περαιτέρω, κατά την § 2 του ίδιου άρθρου, "κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος έχει την ευχέρεια να δηλώσει ότι οι δικαστές του, παρά τις διατάξεις της πρώτης παραγράφου, μπορούν να εκδώσουν απόφαση εφ` όσον συγκεντρώνονται οι κατωτέρω προϋποθέσεις, μολονότι καμία βεβαίωση για την επίδοση ή την κοινοποίηση ή την παράδοση δεν έχει ληφθεί: α) Η πράξη διαβιβάστηκε σύμφωνα με έναν από τους τρόπους που προβλέπονται σ` αυτή τη σύμβαση, β) Μία προθεσμία, που ο δικαστής θα εκτιμά σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και που δεν θα είναι μικρότερη από έξι μήνες, έχει παρέλθει από την ημερομηνία αποστολής της πράξης. γ) Παρ` όλες τις επίμονες ενέργειες από τις αρμόδιες αρχές του Κράτους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, δεν μπόρεσε να ληφθεί καμία βεβαίωση". Στη συνέχεια, με ρηματική διακοίνωση από 23.11.1989 της Ελληνικής Πρεσβείας στη Χάγη, απευθυνόμενη προς το Υπουργείο Εξωτερικών των Κάτω Χωρών, έγινε για λογαριασμό της Ελλάδος η από την πιο πάνω διάταξη της § 2 του άρθρου 15 της προαναφερόμενης διεθνούς συμβάσεως προβλεπόμενη δήλωση (υπ` αριθ. πρωτ. 63402/9.10.1990 έγγραφο της Δ/νσεως Νομ/κής Εργασίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης) (ΑΠ 514/2011 ΝοΒ 2012, 307, ΑΠ 433/2001 ΕλλΔνη 2002,412,450). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη υπ` αριθ…., έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής με την κάτω από αυτή πράξη καταθέσεως και κλήσεως προς συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας συνεδρίαση της 5-12-2012 με επιμέλεια του ενάγοντος, επιδόθηκε στον κ. Εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης για την έχουσα γνωστή διαμονή στην πόλη ……. Ρωσίας εναγόμενη ……, πλην, όμως, μεταξύ των περιεχομένων στη δικογραφία εγγράφων δεν περιλαμβάνεται έγγραφο, αποδεικτικό συντελέσεως της επίδοσης της άνω αγωγής στην επικράτεια της Ρωσίας, παρά το γεγονός ότι ήδη από 10-5-2012 έχει υποβληθεί στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης αντίγραφο της κρινόμενης αγωγής για να επιδοθεί στην εναγόμενη και με το υπ’ αριθ… έγγραφο της άνω Υπηρεσίας υποβλήθηκε το δικόγραφο της αγωγής στην αρμόδια κεντρική αρχή λήψης δικογράφων της Ρωσίας (βλ. την με αριθ. πρωτ…. υπηρεσιακή Βεβαίωση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης). Έτσι, παρά το γεγονός ότι δεν προκύπτει ότι έγινε πραγματική επίδοση προς την άνω εναγόμενη, που έχει γνωστή διαμονή στην Ρωσία, επειδή ήδη κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής έχει παρέλθει εξάμηνο διάστημα (σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 15 της παραπάνω Σύμβασης της Χάγης) από την αποστολή του πιο πάνω δικογράφου στην Ρωσία (10-5-2012) το παρόν Δικαστήριο μπορεί να εκδώσει απόφαση επί της προκειμένης υποθέσεως, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη… (βλ. υπ.αρ. 2089/2013 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ).
Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος
http://www.stefaniasouli.gr/prophil/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.