Εκείνη την στιγμή που πέφτει το μάτι σου απάνω
του/της, στην απέναντι καρέκλα στο ίδιο δωμάτιο, εσύ και άλλοι ένδεκα άνθρωποι.
Δεκατρείς σύνολο. Σκληρό ύφος, σφιχτά τα χείλη, και ένα στυλό στα
δάκτυλα να χτυπάει ελαφρά το τραπέζι. Πρέπει να διαλέξεις τον/την partner σου
στο παιχνίδι της Μύριλλας και το κάνεις γρήγορα. Δεν θέλεις με τίποτα να
καθίσεις δίπλα του /της. «Άστον/άστην, να τον/την φάει στην μάπα
κάποιος άλλος» σκέφτεσαι χαιρέκακα. Μετά τον/την κοιτάς και σε πιάνουν ενοχές
με αυτή την αυθαίρετη κρίση. Κοιτάς τα καλοσυνάτα φρύδια, το λακάκι στο μάγουλο,
όταν σφίγγει τα χείλη του/της, τα περιποιημένα νύχια. Χαζεύεις τα χέρια που μοιράζουν
τις οδηγίες. Παίρνεις τα χαρτιά.
Ακουμπάς τα χαρτιά μπροστά σου. Έχεις 10 λεπτά
χρόνο να προετοιμάσεις την συμμετοχή σου. Έχεις 20 λεπτά χρόνο να προετοιμάσεις
τον/την partner
σου.
Διαβάζεις και δεν μπορείς να συγκεντρωθείς. Τον/την ακούς να μιλάει και να διαμαρτύρεται
για τους κανονισμούς του παιχνιδιού. Τον/την ακούς να μιλάει και να εγείρει
θέματα αμεροληψίας του κριτή. Τον/την ακούς να μιλάει και να επιφυλάσσεται για την επιλογή και την τοποθέτηση
των παικτών. Θαυμάζεις το θάρρος του/της και δεν μιλάς καθόλου. Σε ξενίζει όμως
η λέξη τοποθέτηση. Το ξέρεις ότι το
παιχνίδι είναι στημένο, αλλά δεν θα δεχτείς ΠΟΤΕ να σε αποκαλέσουν προϊόν. Έχει
αρχίσει ήδη να σου χαλάει τη διάθεση. Ποιος σου χαλάει τη διάθεση; Αυτός/αυτή; Η λέξη; Πετάς το στυλό στο τραπέζι. Δεν έχεις καμία
όρεξη να συνεχίσεις ...
Δεν συνεχίζω λες και τρομάζεις όταν ακούς την φωνή σου.
Όλα τα μάτια τώρα είναι στραμμένα επάνω σου. Σε ρωτάνε, εάν είσαι καλά, σε
ρωτάνε εάν συμβαίνει κάτι … Δεν κοιτάς κανένα, μόνο το χαρτάκι που βάζει στα
πόδια σου ο/η partner, «είσαι μαλάκας;/ όλα εντάξει;». Είσαι ακόμα εκεί,
στην καρέκλα. Αθόρυβα γέρνεις προς τα αριστερά, στην άκρη του τραπεζιού είχες αφήσεις
την τσάντα σου. Την πιάνεις … Κοιτάς τους παίχτες που τώρα δεν σε κοιτάνε, άλλος
μιλάει, άλλος γελάει, άλλος ξύνεται, άλλος χασμουριέται … Σηκώνεσαι και βγαίνεις από το δωμάτιο.
Σηκώνεται και αυτός/η, και σε ακολουθεί . Όχι ο
partner
σου,
αυτός είπαμε, ό,τι είχε να πει το έγραψε
στο χαρτάκι. Ο/Η άλλος /η, η πρώτη εντύπωση … Στον ασανσέρ σου λέει πως σε
ξεχώρισε από όλους /όλες. Σου δίνει την κάρτα του/της. Πρέπει οπωσδήποτε να
ξαναβρεθείτε (…)
(…) Εισέρχεσαι για πρώτη φορά στον επαγγελματικό
του/της χώρο και αυτός /αυτή παρακολουθεί στο you tube γνωστά
και στους 2 σας πρόσωπα και τους σχολιάζει. Δηλαδή δεν τους σχολιάζει απλώς … τους
«θάβει» ανελέητα. Κάθεσαι σε μία καρέκλα και τον/την κοιτάς. Εντάξει δεν είναι
τόσο αγενής, κοιτάει το βίντεο και σου μιλάει και εσένα, που και που. Απαντάς «ναι,
ναι…» κάθε φορά που σχολιάζει κάτι, και σκέφτεσαι πόσο γρήγορα μιλάει, άκουσες
καλά ; «Ναι, ναι…», Παρατηρείς τους τοίχους και τα έπιπλα στο γραφείο του/της.
Πράγματι έχει ωραίο γούστο και δεν θα περίμενες κάτι λιγότερο από κάποιον/αν με
τόσο περιποιημένα νύχια. Βάζεις το δάχτυλο στο στόμα σου και μασουλάς το
δείχτη του δεξιού σου χεριού. Ακόμα δεν έχεις κόψει την κακή συνήθεια. Ανοίγεις
το ημερολόγιο σου και κάνεις ότι σημειώνεις. Τον/την κοιτάς, για την ακρίβεια, την
πλάτη του/της βλέπεις, και προτείνεις να πάτε για lunch, προτείνεις να πάτε για
καφέ, προτείνεις να πάτε σε ένα μπιστρό (έχουν ανοίξει τόσα πολλά τελευταία) προτείνεις
να πάτε οπουδήποτε αρκεί να βγεις από εκεί μέσα… Μισό λεπτό σου λέει να κλείσω
το pc
και
έρχομαι. Σηκώνεται. «Είσαι σίγουρος/η δεν θέλεις να καθίσουμε εδώ;» Μπορούμε να παραγγείλουμε φαγητό και να μας το
φέρουν εδώ, σου ξαναλέει και σε κοιτάει χαμογελαστά αυτή τη φορά. Θέλεις να
φύγεις και λες ψέματα ότι έχεις ραντεβού σε 2 ώρες και ότι καλύτερα να πάτε
κάπου που θα είναι κοντά στο χώρο εργασίας σου. Σε κοιτάει και δεν φέρνει
αντίρρηση. Τον/την βλέπεις που μπαίνει στο μπάνιο. Μπροστά στο νιπτήρα πλένει τα
χέρια του/της με ανοιχτή την πόρτα. Δεν σε νοιάζει τι σκέφτεται. Αν κατάλαβε ή όχι.
Γυρνάς να φύγεις. Σε ακολουθεί αργά,
μπορεί και βαριεστημένα, δεν μπορείς να
τον/την δεις, τώρα αυτός/η κοιτάει την πλάτη σου. Βγαίνετε και μπαίνετε στο ασανσέρ. Πατάει το κουμπί για το ισόγειο και σε ρωτάει
εάν είχες κανένα νέο από το παιχνίδι «Σε πήρε κανένας τηλέφωνο;» Ναι, έχεις νέα
αλλά δεν θέλεις να του/της πεις. Το ασανσέρ στον ίδιο όροφο και εσύ αυθόρμητα σπρώχνεις
την πόρτα και λες «Καλύτερα να κατεβούμε με τα πόδια». Ακούς το συναγερμό που
χτυπάει. Έχει πατήσει το κουμπί του κινδύνου. Κοιτάς το ρολόι σου. Είναι 4 και 30 το μεσημέρι. Με το ένα χέρι τον/την
βλέπεις που τηλεφωνεί στο διαχειριστή και με το άλλο συνεχίζει να πατάει το κουμπί του κινδύνου. Έχεις ήδη φύγει. «Πες μου που θα είσαι να
έρθω, πάρε με τηλέφωνο» σου φωνάζει. Έχεις
φτάσει ήδη στον 2ο όροφο και
ακόμα χτυπάει ο συναγερμός. Φτάνεις στο ισόγειο και πριν ανοίξεις την βαριά
εξώπορτα, κοντοστέκεσαι. Διάσπαρτες φωνές
που ανεβαίνουν σε ένταση, πλημυρίζουν την πολυκατοικία. Βλέπεις το ασανσέρ που κατεβαίνει στο ισόγειο και
βγαίνει κάποιος. Δεν είναι αυτός/η. Περιμένεις. Δεν ξέρεις
τι να κάνεις. Να φύγεις, να μείνεις, να πας σε ένα καφέ και να του /της πεις
που είσαι; Μία φωνή μέσα στον εαυτό σου, λέει στον εαυτό σου «Κάνε ό,τι θέλεις,
αλλά αυτή την ρημάδα την πρώτη εντύπωση,μην την ξεχνάς, να την θυμάσαι που και
που…».
Αποφασίζεις να πας στο Golden και πιάνεις το τηλέφωνο να του/της
το πεις(...)
Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος
http://www.stefaniasouli.gr/prophil/
Δικηγόρος
http://www.stefaniasouli.gr/prophil/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.