Αγωγή διατροφής ανήλικων τέκνων, νομίμως
εκπροσωπουμένων από τη μητέρα τους, κατά του πατέρα τους. Ο πατέρας είναι
δημόσιος υπάλληλος και επιπλέον αποκερδαίνει χρήματα από την
καλλιέργεια κτημάτων και από την παραγωγή μελιού. Ο εναγόμενος δεν αμφισβήτησε
ειδικώς τον αγωγικό ισχυρισμό ότι διατηρεί στην περιουσία του
ορισμένο χρηματικό ποσό. Από την μη ειδική αμφισβήτηση σε συνδυασμό με τη
γενική άρνηση του εναγομένου και το σύνολο των ισχυρισμών του συνάγεται σιωπηρή
δικαστική ομολογία. Δεν κρίνεται αναγκαία για την κάλυψη των διατροφικών
αναγκών των ανήλικων τέκνων η εκποίηση της ακίνητης περιουσίας των γονέων.
Αναγκαία η συνέχιση της φοίτησης των ανήλικων τέκνων σε ιδιωτικό σχολείο, λόγω
των επιδόσεών τους και προκειμένου να περιοριστούν οι αρνητικές επιπτώσεις της
διάσπασης της έγγαμης συμβίωσης στην καθημερινότητα των τέκνων, συνεπεία της
αλλαγής σχολικού περιβάλλοντος, της απομάκρυνσής τους από φίλους, συμμαθητές
και καθηγητές, ενόψει και της εφηβικής τους ηλικίας. Τυχόν διακοπή της φοίτησής
τους στο ιδιωτικό σχολείο και έναρξη της φοίτησής τους σε δημόσιο σχολείο θα
επηρεάσει δυσμενώς την ψυχοσωματική και πνευματική τους ανάπτυξη, για το ένα
ανήλικο τέκνο σε μία περίοδο κρίσιμη λόγω της προετοιμασίας της για την
εισαγωγή σε ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα και για το άλλο ανήλικο τέκνο λόγω
μαθησιακών δυσκολιών. Η δαπάνη για τη φοίτηση των ανήλικων τέκνων σε ιδιωτικό
σχολείο δεν κρίνεται υπερβολική ούτε δυσανάλογη των οικονομικών δυνατοτήτων των
γονέων τους. Αποδοχή δικαστικής απόφασης που επάγεται ως δικονομική έννομη
συνέπεια την απόρριψη του ασκηθέντος ένδικου μέσου ως απαράδεκτου. Ρητή και
σιωπηρή αποδοχή δικαστικής απόφασης. Δεν ενέχει σιωπηρή αποδοχή της δικαστικής
απόφασης η συμμόρφωση του εναγομένου προς το περιεχόμενο της προσωρινά
εκτελεστής δικαστικής απόφασης, αφού γίνεται προς αποτροπή της αναγκαστικής
εκτέλεσης καθώς και των επιγενόμενων από την απόφαση εννόμων συνεπειών.
Παρατίθεται απόσπασμα της υπ.αρ. 16/2019 απόφασης του Εφετείου Πειραιά, δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ.
«…Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 294, 297, 298 και 299 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η
αποδοχή της απόφασης πριν από την άσκηση κάποιου ενδίκου μέσου κατ' αυτής, η
οποία υποδηλώνει παραίτηση από το δικαίωμα της άσκησής του, δεν υπόκειται σε
ορισμένο διαδικαστικό τύπο, όπως εκείνη που γίνεται μετά την άσκηση του ενδίκου
μέσου. Συνεπώς, μπορεί να γίνει είτε ρητώς, με την τήρηση των διατυπώσεων που
αναφέρονται στο άρθρο 297 του ίδιου Κώδικα και συγκεκριμένα, με δήλωση που
καταχωρίζεται στα πρακτικά ή με δικόγραφο που επιδίδεται στον αντίδικο αυτού,
που παραιτείται, είτε σιωπηρώς, με δηλώσεις ή πράξεις από τις οποίες συνάγεται
αναγκαίως ο σκοπός αποδοχής. Η αποδοχή δε της απόφασης επάγεται ως δικονομική
έννομη συνέπεια την απόρριψη του ασκηθέντος ενδίκου μέσου ως απαραδέκτου,
ελλείψει εννόμου συμφέροντος σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 68, 73, 516 ΚΠολΔ (ΟλΑΠ 15/2008 Δημ. Νόμος, ΑΠ
2011/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ
823/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ
1817/2012 Δημ. Νόμος, ΑΠ
1852/2011 Δημ. Νόμος, ΑΠ
748/2011 Δημ. Νόμος, ΑΠ
175/2011 Δημ. Νόμος, ΑΠ
1358/2009 Δημ. Νόμος, ΑΠ 63/2009 Δημ. Νόμος, ΑΠ
4250/1994 Δημ. Νόμος, ΕφΘεσ 1360/2017 Δημ. Νόμος, ΕφΘεσ 125/2010 Δημ. Νόμος). Τέτοια
περίπτωση σιωπηρής παραίτησης από την άσκηση κάποιου ενδίκου μέσου μπορεί να
συντρέχει και όταν ο υπόχρεος (εναγόμενος) καταβάλει, χωρίς επιφύλαξη, την
τελεσιδίκως επιδικασθείσα στο δικαιούχο (ενάγοντα) απαίτηση, με τους τόκους και
τη δικαστική δαπάνη (ΟλΑΠ 15/2008 ό.π., ΑΠ 15/2008 ό.π., ΑΠ 2011/2017 ό.π., ΑΠ 723/2017 ό.π., ΑΠ 51/2015 Δημ. Νόμος, ΑΠ
1817/2012 ό.π., ΑΠ 748/2011 ό.π., ΑΠ 63/2009 ό.π., ΕφΘεσ 1360/2017 ό.π., ΕφΘεσ 125/2010 ό.π.).
Τέτοια σιωπηρή αποδοχή, όμως, δεν ενέχει καθ' εαυτήν η εκούσια
συμμόρφωση του αναιρεσείοντος προς το περιεχόμενο της τελεσίδικης αποφάσεως, αφού
αυτή γίνεται προς αποτροπή της αναγκαστικής εκτελέσεως, καθώς και των
επαγομένων από την εν λόγω απόφαση εννόμων συνεπειών (ΑΠ 637/2014 Δημ. Νόμος, ΑΠ
1358/2009 ό.π.). Μετά την
άσκηση, όμως, του ενδίκου μέσου δε χωρεί πλέον σιωπηρή αποδοχή της απόφασης,
αλλά μόνο ρητή, κατά τους διαγραφόμενους στο άρθρο 297 Κ.Πολ.Δ τρόπους,
δηλαδή ή με δήλωση, που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή με δικόγραφο, που
επιδίδεται στον αντίδικο του παραιτουμένου, καθόσον η αποδοχή στην περίπτωση
αυτή υποδηλώνει και παραίτηση από το ήδη ασκηθέν ένδικο μέσο, η οποία μπορεί να
γίνει μόνο κατά τους ανωτέρω οριζόμενους τύπους, όχι δε και σιωπηρώς (ΑΠ
823/2017 ό.π.).
Στην προκειμένη περίπτωση, με τις έγγραφες προτάσεις της
εφεσίβλητης, υπό την ιδιότητά της, ως ασκούσας την επιμέλεια των δύο (2)
ανήλικων τέκνων της, που κατατέθηκαν, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου,
εμπροθέσμως, η τελευταία πρότεινε την ένσταση απαραδέκτου της υπό κρίση υπό
στοιχείο Α' από 08/03/2018 έφεσης, για το λόγο ότι ο εκκαλών, από τη δημοσίευση
της εκκαλουμένης απόφασης, μέχρι και σήμερα (ήτοι μέχρι τη συζήτηση της
υπόθεσης, στις 20/09/2018, ενώπιον του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου), συμμορφώνεται
με αυτήν εκουσίως και καταθέτει σε τραπεζικό της λογαριασμό ανεπιφυλάκτως
ολόκληρο το επιδικασθέν με την εκκαλουμένη απόφαση ποσό διατροφής των δύο
ανήλικων τέκνων τους, ήτοι το ποσό των 346,15 ευρώ για την ανήλικη θυγατέρα
τους.........και το ποσό των 373,92 ευρώ για τον ανήλικο υιό τους......., καθώς
δεν έχει επιδώσει σε αυτόν αντίγραφο εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού μ' επιταγή
προς εκτέλεση και συνεπώς, ο εκκαλών έχει σιωπηρώς αποδεχθεί την προσβαλλόμενη
απόφαση, οπότε η υπό στοιχείο Α' από 08/03/2018 έφεσή του πρέπει να απορριφθεί
ως απαράδεκτη. Από την παραδεκτή επισκόπηση των σχετικών διαδικαστικών εγγράφων
και όλων των εγγράφων, που προσκομίζει η εφεσίβλητη για την απόδειξη της
ανωτέρω ένστασής της, προκύπτει ότι, στην προκειμένη περίπτωση, η ενάγουσα, με
την ιδιότητά της ως ασκούσα την επιμέλεια των δύο (2) ανήλικων τέκνων
της,............και............., που γεννήθηκαν στις 14-5-2001 και 7-7-2003,
αντίστοιχα, κατά τη διάρκεια του γάμου της με τον εναγόμενο, ζητούσε, για τους
λόγους που αναφέρονται στην υπό κρίση αγωγή, κατ' ορθή εκτίμηση αυτής, να
υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της προκαταβάλλει, με την ιδιότητά της ως ασκούσα
την οριστική επιμέλεια του προσώπου των δύο (2) ανήλικων τέκνων της και για
λογαριασμό τους, λόγω της διάσπασης της εγγάμου συμβιώσεώς τους, με απόφαση
προσωρινά εκτελεστή, το ποσό των 1.015,83 ευρώ για το πρώτο τέκνο της (......)
και το ποσό των 809,17 ευρώ για το δεύτερο ως άνω τέκνο της (.....), για δύο
έτη από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, όπως τα αιτούμενα ποσά διατροφής
των μηνών Ιανουάριου έως και Μαρτίου 2017 παραδεκτά περιορίστηκαν από την
ενάγουσα, με τις νομότυπα κατατεθειμένες προτάσεις της, αλλά και με προφορική
δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της νόμιμα καταχωρημένη στα ταυτάριθμα με την
εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης (ήτοι το αίτημα για καταβολή μηνιαίας
διατροφής της ανήλικης ..., ποσού 1.015,83 ευρώ, περιορίστηκε για τον Ιανουάριο
του 2017, στο ποσό των 626,21 ευρώ, για το Φεβρουάριο του 2017, στο ποσό των
709,70 ευρώ και για το Μάρτιο του 2017 στο ποσό των 709,70 ευρώ και το αίτημα
για καταβολή μηνιαίας διατροφής του ανήλικου........., ποσού 809,17 ευρώ,
περιορίστηκε για τον Ιανουάριο του 2017, στο ποσό των 498,79 ευρώ, για το
Φεβρουάριο του 2017, στο ποσό των 565,30 ευρώ και για το Μάρτιο του 2017 στο
ποσό των 565,30 ευρώ), εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα, με το νόμιμο τόκο
από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης και έως την εξόφληση, ως τακτική σε
χρήμα, ανάλογη με τις συνθήκες της ζωής τους, διατροφή τους, λαμβανομένων υπόψη
των μηνιαίων εισοδημάτων του καθ' ου η αίτηση, διότι τα δύο (2) ανήλικα τέκνα
στερούνται περιουσιακών στοιχείων και δεν είναι σε θέση να διαθρέψουν τον εαυτό
τους, ενώ ο εναγόμενος πατέρας τους δύναται, κατά τα λεπτομερώς αναφερόμενα
στην αγωγή, να καλύψει τις διατροφικές τους ανάγκες και να υποχρεωθεί ο
εναγόμενος στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Το Μονομελές Πρωτοδικείο
Πειραιώς, με την εκκαλουμένη με αριθμ. 4793/03-11-2017
οριστική απόφασή του, μετά από συζήτηση που έγινε, αντιμωλία των διαδίκων, την 05/04/2017,
κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την
ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 592 παρ. 3 περ. α', 593 επ., 610 επ. του ΚΠολΔ), έκανε δεκτή εν
μέρει την αγωγή ως κατ' ουσία βάσιμη και υποχρέωσε τον εναγόμενο, ήδη εκκαλούντα
- εφεσίβλητο, να προκαταβάλλει στην ενάγουσα, ήδη εκκαλούσα - εφεσίβλητη, ως
ασκούσα την επιμέλεια των δύο (2) ως άνω ανήλικων τέκνων τους, για λογαριασμό
των ανήλικων τέκνων, εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα, με απόφαση προσωρινά
εκτελεστή, διατροφή σε χρήμα, και συγκεκριμένα: α) για την ανήλικη θυγατέρα
τους ......, το ποσό των τριακοσίων σαράντα έξι ευρώ και δεκαπέντε λεπτών
(346,15 ευρώ) για τους μήνες Απρίλιο 2017 έως και 23-1-2019, για το μήνα
Φεβρουάριο του έτους 2017 το ποσό των σαράντα ευρώ και δύο λεπτών (40,02 ευρώ)
και για το μήνα Μάρτιο του έτους 2017 το ποσό των σαράντα ευρώ και δύο λεπτών
(40,02 ευρώ) και β) για τον ανήλικο υιό τους,......., το ποσό των τριακοσίων
εβδομήντα τριών ευρώ και ενενήντα δύο λεπτών (373,92 ευρώ) για τους μήνες Απρίλιο
2017 έως και 23-1-2019, για το μήνα Ιανουάριο του έτους 2017 το ποσό των εξήντα
τριών ευρώ και πενήντα τεσσάρων λεπτών (63,54 ευρώ), για το μήνα Φεβρουάριο του
έτους 2017 το ποσό των εκατόν τριάντα ευρώ και πέντε λεπτών (130,05 ευρώ) και
για το μήνα Μάρτιο του έτους 2017 το ποσό των εκατόν τριάντα ευρώ και πέντε
λεπτών (130,05 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε
μηνιαίας δόσης και έως την εξόφληση, κηρύχθηκε η διάταξη αυτή προσωρινά
εκτελεστή και επεβλήθησαν σε βάρος του εναγομένου τα πέραν των ήδη προκαταβληθέντων δικαστικά
έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίστηκαν στο ποσό των επτακοσίων είκοσι ευρώ
(720,00 ευρώ). Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ο εκκαλών με την από
08/03/2018 έφεσή του και η εκκαλούσα, υπό την ως άνω ιδιότητά της, με την από
15/03/2018 έφεσή της, για τους αναφερομένους σε αυτές λόγους, οι οποίοι, όπως
εκτιμώνται από το Δικαστήριο, συνοψίζονται σ' εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και
εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας έκαστος να γίνει δεκτή η υπό κρίση
έφεσή του και να εξαφανιστεί άλλως μεταρρυθμισθεί η εκκαλουμένη, προκειμένου ν'
απορριφθεί η υπό κρίση αγωγή, όπως ζητά ο εκκαλών της υπό στοιχείο Α' έφεσης
και να γίνει καθ' ολοκληρία αυτή δεκτή, όπως ζητά η εκκαλούσα της υπό στοιχείο
Β' έφεσης. Δεδομένου, όμως, ότι η πρωτόδικη απόφαση είχε κηρυχθεί προσωρινά
εκτελεστή, τέτοια σιωπηρή αποδοχή, κατά τα προεκτεθέντα, δεν ενέχει καθ' εαυτήν η εκούσια
συμμόρφωση του εκκαλούντος προς το περιεχόμενο της προσωρινώς εκτελεστής
απόφασης, ακόμη και εάν υποτεθεί ότι αυτή έλαβε χώρα, αφού αυτή γίνεται προς
αποτροπή της αναγκαστικής εκτελέσεως, καθώς και των επαγομένων από την εν λόγω
απόφαση εννόμων συνεπειών. Άλλωστε, από το γεγονός ότι η υπό κρίση υπό
στοιχείο Α' από 08/03/2018 έφεση ασκήθηκε στις 09/03/2018, ήτοι εντός περίπου
τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης, στις 03/11/2017, σε
συνδυασμό με την εν γένει δικονομική συμπεριφορά του εκκαλούντος, ο οποίος
παρέστη νόμιμα κατά τη συζήτησή της, εμμένοντας σε αυτήν και ζητώντας την
απόρριψη των ισχυρισμών της εφεσίβλητης, συνάγεται σαφώς, ότι ο εκκαλών ουδεμία
πρόθεση είχε για παραίτηση από το δικαίωμα άσκησης της ενδίκου μέσου της
εφέσεως. Μόνη δε η πάροδος του πιο χρονικού διαστήματος από τη δημοσίευση της
εκκαλουμένης, μέχρι την άσκηση του προαναφερόμενου ενδίκου μέσου της έφεσης,
δεν αρκεί καθ' εαυτή και άνευ ετέρου για να συναχθεί απ’ αυτήν, και
μάλιστα κατά τρόπο σαφή και ασφαλή, η εκ μέρους του εκκαλούντος σιωπηρή αποδοχή
της εκκαλουμένης αποφάσεως. Σε κάθε δε περίπτωση, δεν αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών
κατέβαλε εκούσια όλο το οφειλόμενο από την επίδοση της υπό κρίση αγωγής
κεφάλαιο, με τους οφειλόμενους από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης τόκους
(και δη για το επιδικασθέν κεφάλαιο προ της δημοσίευσης της εκκαλουμένης), σε
πλήρη και ολοσχερή εξόφλησή τους, πριν από την άσκηση του ενδίκου μέσου.
Επίσης, κατά τ' αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, μετά την άσκηση του
ενδίκου μέσου, δε χωρεί πλέον σιωπηρή αποδοχή της απόφασης, αλλά μόνο ρητή,
κατά τους διαγραφόμενους στο άρθρο 297 Κ.Πολ.Δ τρόπους,
δηλαδή ή με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή με δικόγραφο που επιδίδεται
στον αντίδικο του παραιτουμένου, η οποία δεν έλαβε, εν προκειμένω, καθόσον η
αποδοχή στην περίπτωση αυτή υποδηλώνει και παραίτηση από το ήδη ασκηθέν ένδικο
μέσο, η οποία μπορεί να γίνει μόνο κατά τους ανωτέρω οριζόμενους τύπους, όχι δε
και σιωπηρώς. Συνεπώς, από την πιο πάνω συμπεριφορά του εκκαλούντος δεν
συνάγεται ανενδοίαστα σαφής βούλησή του περί αποδοχής της προσβαλλομένης
αποφάσεως και επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως σιωπηρή παραίτησή του από το
δικαίωμά του για άσκηση έφεσης, ώστε η ασκηθείσα υπό στοιχείο Α' από 08/03/2018
έφεσή του να καθίσταται απαράδεκτη, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εφεσίβλητη, απορριπτομένης ως αβασίμου
της σχετικής δικονομική ενστάσεως περί απαραδέκτου της υπό στοιχείο Α' από
08/03/2018 έφεσης. Πρέπει, επομένως, οι υπό στοιχεία Α' και Β' εφέσεις να
γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω
διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), συνεκδικαζόμενες κατά τα προεκτεθέντα…»
Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος- Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια
http://www.stefaniasouli.gr/prophil/
Δικηγόρος- Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια
http://www.stefaniasouli.gr/prophil/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.